Πέμπτη 12 Μαΐου 2022

Neil deGrasse Tyson On Dark Matter & Dark Energy..

Does dark matter hold the universe together?

In short, dark matter slows down the expansion of the universe, while dark energy speeds it up. Dark matter works like an attractive force — a kind of cosmic cement that holds our universe together. This is because dark matter does interact with gravity, but it doesn't reflect, absorb or emit light.

Source: Google Query

To the point, since dark matter is matter of unknown synthesis and it's what holds us united, then perhaps human physiology and human assimilation of the phenomena may impose the entanglement of other fields towards human cognition of the above concepts. An argument that brings us back to the theory of forms of Plato..

Menelaos

 

Δευτέρα 8 Νοεμβρίου 2021

Jennifer's & The Elf's Actual Conversation!

Actually trying to keep the magic alive, here's another excerpt of my book. I continue the story, so, here's how our two heroes continue, they continue:
 
“There are people who can see, my dear. You may be good at school, but hurting and mocking your classmates who may be more vulnerable than you means that you are impatient to ‘use power’.”
“We are all like that,” continued Jennifer sharply.
“It may be so, but the looking glass knows the consequences this will have for you as a grown-up. You may do that now, but hurrying, being impatient to act like an adult will get you disappointed later on. I came to you to fix that!” 
 
Enjoy the complete podcast below:
 

Τρίτη 10 Δεκεμβρίου 2019

Το Νόμπελ του Γιώργου Σεφέρη

Ο Γιώργος Σεφέρης παραλαμβάνει το Νόμπελ Λογοτεχνίας

Στις 24 Οκτωβρίου 1963 έφθασε στην Αθήνα η χαρμόσυνη είδηση της απονομής του Νόμπελ Λογοτεχνίας στον Γιώργο Σεφέρη. Ήταν το πρώτο Νόμπελ για την Ελλάδα.

Ο διπλωμάτης και ποιητής Γιώργος Σεφέρης υπήρξε ο πρώτος Έλληνας που τιμήθηκε με Νόμπελ και συγκεκριμένα με το Νόμπελ Λογοτεχνίας. Στις 10 Δεκεμβρίου 1963, στην τελετή απονομής που έγινε στη Στοκχόλμη, παρέλαβε το επίζηλο βραβείο από τον βασιλιά της Σουηδίας Γουσταύο.

Από τη δεκαετία του ‘50 η ποίηση του Σεφέρη ήταν γνωστή και αναγνωρισμένη στο εξωτερικό. Το 1955 και το 1961 ήταν υποψήφιος για το Νόμπελ. Δύο χρόνια αργότερα, οι φήμες έδιναν κι έπαιρναν στην Αθήνα ότι θα ήταν αυτός ο νικητής. Οι φήμες επιβεβαιώθηκαν το μεσημέρι της 24ης Οκτωβρίου, όταν έφθασε στην Αθήνα το τηλεγράφημα της Σουηδικής Ακαδημίας, που ανήγγειλε τη χαρμόσυνη είδηση. Ο Σεφέρης είχε κερδίσει το βραβείο «για το υπέροχο λυρικό ύφος του, που είναι εμπνευσμένο από ένα βαθύ αίσθημα για το ελληνικό πολιτιστικό ιδεώδες». Η Σουηδική Ακαδημία είχε ξεπληρώσει ένα χρέος της προς την Ελλάδα, καθώς στο παρελθόν είχε παρακάμψει τις υποψηφιότητες του Νίκου Καζαντζάκη και του Άγγελου Σικελιανού.

Ο Σεφέρης, που ήταν καθηλωμένος στο σπίτι του από μια κρίση έλκους, θα δηλώσει εμφανώς ικανοποιημένος στους εκπροσώπους του Τύπου:

    Διαλέγοντας έναν Έλληνα ποιητή για το βραβείο Νομπέλ, νομίζω πως η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να εκδηλώσει την αλληλεγγύη της με τη ζωντανή πνευματική Ελλάδα. Εννοώ: αυτή την Ελλάδα για την οποία τόσες γενεές αγωνίστηκαν, προσπαθώντας να κρατήσουν ό,τι ζωντανό από τη μακριά παράδοση της. Νομίζω, ακόμη, ότι η Σουηδική Ακαδημία θέλησε να δείξει πως η σημερινή ανθρωπότητα χρειάζεται και την ποίηση - κάθε λαού - και το ελληνικό πνεύμα.

Η επικράτηση του έλληνα ποιητή δεν ήταν εύκολη υπόθεση. Η αρμόδια επιτροπή, από τους περίπου 80 υποψηφίους, επέλεξε έξι: τον ιρλανδό θεατρικό συγγραφέα Σάμουελ Μπέκετ, τον αγγλοαμερικανό ποιητή Γ.Χ. Όντεν, τον ιάπωνα συγγραφέα Γιούκιο Μίσιμα, τον χιλιανό ποιητή Πάμπλο Νερούδα, τον δανό συγγραφέα Άξελ Σαντεμόζε και τον Σεφέρη. Με ψηφοφορία, τα μέλη της επιτροπής ξεχώρισαν την τριάδα των Σεφέρη, Νερούδα και Όντεν και ακολούθως με ομοφωνία επέλεξαν να δώσουν το βραβείο στον Γιώργο Σεφέρη.

Στην Ελλάδα, η υποδοχή της βράβευσης Σεφέρη δεν ήταν και τόσο ενθουσιώδης. Τα πρωτοσέλιδα των εφημερίδων απασχολούσαν οι εκλογές της 3ης Νοεμβρίου και αναμέτρηση της ΕΡΕ με την Ένωση Κέντρου. Η Αριστερά μάλλον έδειξε την προτίμησή της στον Πάμπλο Νερούδα, που ανήκε στο ιδεολογικό της στρατόπεδο, ενώ μία δεξιά εφημερίδα, ο «Ελεύθερος», δεν δίστασε να αναπαράγει τις φήμες που κυκλοφορούσαν ότι ο διπλωμάτης Σεφέρης «είχε ξεπουλήσει την Κύπρο για να πάρει το Νόμπελ».

Στις 10 Δεκεμβρίου έγινε η τελετή απονομής των βραβείων Νόμπελ και το ίδιο βράδυ ο Σεφέρης εκφώνησε ένα σύντομο λόγο στο δείπνο που παρατέθηκε για τους νομπελίστες στο Δημαρχείο της Στοκχόλμης, ενώ την επομένη έδωσε διάλεξη στη Σουηδική Ακαδημία. Στην ομιλία του συνόψισε τις πεποιθήσεις του για την άμεση και αδιάσπαστη συνέχεια της ελληνικής γλώσσας από την αρχαιότητα ως τη σημερινή εποχή: « ...Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα...».

Αναφέρθηκε επίσης στην αναγκαιότητα και τη λειτουργία της ποίησης στο σύγχρονο κόσμο: «Είναι σημαντικό το ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση».


Η Ομιλία του Γιώργου Σεφέρη

    Τούτη την ώρα αισθάνομαι πως είμαι ο ίδιος μια αντίφαση. Αλήθεια, η Σουηδική Ακαδημία έκρινε πως η προσπάθειά μου σε μια γλώσσα περιλάλητη επί αιώνες, αλλά στην παρούσα μορφή της περιορισμένη, άξιζε αυτή την υψηλή διάκριση. Θέλησε να τιμήσει τη γλώσσα μου, και να – εκφράζω τώρα τις ευχαριστίες μου σε ξένη γλώσσα*. Σας παρακαλώ να μου δώσετε τη συγγνώμη που ζητώ πρώτα- πρώτα από τον εαυτό μου.
    Ανήκω σε μια χώρα μικρή. Ένα πέτρινο ακρωτήρι στη Μεσόγειο, που δεν έχει άλλο αγαθό παρά τον αγώνα του λαού του, τη θάλασσα, και το φως του ήλιου. Είναι μικρός ο τόπος μας, αλλά η παράδοσή του είναι τεράστια και το πράγμα που τη χαρακτηρίζει είναι ότι μας παραδόθηκε χωρίς διακοπή. Η ελληνική γλώσσα δεν έπαψε ποτέ της να μιλιέται. Δέχτηκε τις αλλοιώσεις που δέχεται καθετί ζωντανό, αλλά δεν παρουσιάζει κανένα χάσμα. Άλλο χαρακτηριστικό αυτής της παράδοσης είναι η αγάπη της για την ανθρωπιά· κανόνας της είναι η δικαιοσύνη. Στην αρχαία τραγωδία, την οργανωμένη με τόση ακρίβεια, ο άνθρωπος που ξεπερνά το μέτρο πρέπει να τιμωρηθεί από τις Ερινύες. O ίδιος νόμος ισχύει και όταν ακόμη πρόκειται για φυσικά φαινόμενα: «Ήλιος ουχ υπερβήσεται μέτρα» λέει ο Ηράκλειτος· «ει δε μη, Ερινύες μιν Δίκης επίκουροι εξευρήσουσιν»**.
    Συλλογίζομαι πως δεν αποκλείεται ολωσδιόλου να ωφεληθεί ένας σύγχρονος επιστήμων, αν στοχαστεί τούτο το απόφθεγμα του Ίωνα φιλοσόφου. Όσο για μένα συγκινούμαι παρατηρώντας πως η συνείδηση της δικαιοσύνης είχε τόσο πολύ διαποτίσει την ελληνική ψυχή, ώστε να γίνει κανόνας και του φυσικού κόσμου. Και ένας από τους διδασκάλους μου, των αρχών του περασμένου αιώνα, γράφει: «…θα χαθούμε, γιατί αδικήσαμε…»***. Αυτός ο άνθρωπος ήταν αγράμματος· είχε μάθει να γράφει στα τριάντα πέντε χρόνια της ηλικίας του. Αλλά στην Ελλάδα των ημερών μας, η προφορική παράδοση πηγαίνει μακριά στα περασμένα όσο και η γραπτή. Το ίδιο και η ποίηση. Είναι για μένα σημαντικό το γεγονός ότι η Σουηδία θέλησε να τιμήσει και τούτη την ποίηση και όλη την ποίηση γενικά, ακόμη και όταν αναβρύζει ανάμεσα σ' ένα λαό περιορισμένο. Γιατί πιστεύω πως τούτος ο σύγχρονος κόσμος όπου ζούμε, ο τυραννισμένος από το φόβο και την ανησυχία, τη χρειάζεται την ποίηση. Η ποίηση έχει τις ρίζες της στην ανθρώπινη ανάσα – και τι θα γινόμασταν, αν η πνοή μας λιγόστευε; Είναι μια πράξη εμπιστοσύνης – κι ένας Θεός το ξέρει αν τα δεινά μας δεν τα χρωστάμε στη στέρηση εμπιστοσύνης.
    Παρατήρησαν, τον περασμένο χρόνο, γύρω από τούτο το τραπέζι, την πολύ μεγάλη διαφορά ανάμεσα στις ανακαλύψεις της σύγχρονης επιστήμης και στη λογοτεχνία· παρατήρησαν πως ανάμεσα σ' ένα αρχαίο ελληνικό δράμα και ένα σημερινό η διαφορά είναι λίγη. Ναι, η συμπεριφορά του ανθρώπου δε μοιάζει να έχει αλλάξει βασικά. Και πρέπει να προσθέσω πως νιώθει πάντα την ανάγκη ν' ακούει τούτη την ανθρώπινη φωνή που ονομάζουμε ποίηση. Αυτή τη φωνή που κινδυνεύει να σβήσει κάθε στιγμή από στέρηση αγάπης και ολοένα ξαναγεννιέται. Κυνηγημένη, ξέρει πού να 'βρει καταφύγιο· απαρνημένη, έχει το ένστικτο να πάει να ριζώσει στους πιο απροσδόκητους τόπους. Γι' αυτή δεν υπάρχουν μεγάλα και μικρά μέρη του κόσμου. Το βασίλειό της είναι στις καρδιές όλων των ανθρώπων της γης. Έχει τη χάρη ν' αποφεύγει πάντα τη συνήθεια, αυτή τη βιομηχανία. Χρωστώ την ευγνωμοσύνη μου στη Σουηδική Ακαδημία, που ένιωσε αυτά τα πράγματα· που ένιωσε πως οι γλώσσες, οι λεγόμενες περιορισμένης χρήσης, δεν πρέπει να καταντούν φράχτες, όπου πνίγεται ο παλμός της ανθρώπινης καρδιάς· που έγινε ένας Άρειος Πάγος ικανός:

    να κρίνει με αλήθεια επίσημη την άδικη μοίρα της ζωής,

    για να θυμηθώ το Σέλλεϋ, τον εμπνευστή, καθώς μας λένε, του Αλφρέδου Νομπέλ, αυτού του ανθρώπου που μπόρεσε να εξαγοράσει την αναπόφευκτη βία με τη μεγαλοσύνη της καρδιάς του.
    Σ' αυτό τον κόσμο, που ολοένα στενεύει, ο καθένας μας χρειάζεται όλους τους άλλους. Πρέπει ν' αναζητήσουμε τον άνθρωπο, όπου και να βρίσκεται.
    Όταν, στο δρόμο της Θήβας, ο Oιδίπους συνάντησε τη Σφίγγα κι αυτή του έθεσε το αίνιγμά της, η απόκρισή του ήταν: ο άνθρωπος. Τούτη η απλή λέξη χάλασε το τέρας. Έχουμε πολλά τέρατα να καταστρέψουμε. Ας συλλογιστούμε την απόκριση του Oιδίποδα.


Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/708

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2017

Δημιουργική γραφή, από τη Βικιπαίδεια

Η δημιουργική γραφή ή δημιουργική συγγραφή είναι τα μυθιστορήματα, τα διηγήματα, τα ποιήματα και τα θεατρικά έργα τα οποία προσελκύουν ένα ορισμένο είδος προσοχής που μπορεί να ονομαστεί λογοτεχνικό. Στο πλαίσιο αυτό, ο συγγραφέας στο βαθμό που άπτεται του έργου του έχει σε μεγάλο βαθμό τάση για ποιητικότητα και λυρισμό. Μάλιστα η ποιητικότητα και ο λυρισμός του τον βοηθούν να καταλάβει όχι μόνο τον πραγματικό κόσμο αλλά και την έννοια του υπερβατικού όπως και τον ψυχοσυναισθηματικό κόσμο. Η συγγραφέας Πασχαλία Τραυλού αποδίδει σε έναν τέτοιο συγγραφέα τον όρο «εραστής της γραφής», ανεξάρτητα αν αυτός μόλις ξεκινά τη δημιουργική του πορεία ή είναι έμπειρος, αν είναι ερασιτέχνης ή επαγγελματίας.
Η δημιουργική διαδικασία κατά την οποία ο συγγραφέας μετουσιώνει τον κόσμο σε λέξεις είναι υποκειμενική και μέσα από αυτή ο συγγραφέας παρουσιάζει τα κλειδιά που ξεκλειδώνουν το μυθιστορηματικό λόγο αλλά και τα αντικλείδια που τον καθιστούν κομμάτι του αναγνώστη. Στη διαδικασία αυτή ο συγγραφέας έρχεται αντιμέτωπος με τον γραπτό λόγο αλλά και με τον εσωτερικό και εξωτερικό κόσμο του, προσπαθώντας να κατανοήσει τόσο τις λέξεις όσο και τις ιδέες. Οι λέξεις κατά βάση έχουν να κάνουν με τους λεπτεπίλεπτους συγγραφικούς χειρισμούς για να αποδοθούν οι περιγραφές, η θεματική και οι αφηγήσεις, ενώ οι ιδέες πρέπει κατά βάση να αποτυπωθούν με μια «φόρμα», απλή αλλά και κατανοητή από το ευρύ κοινό.

Διαβάστε όλο το λήμμα εδώ: https://el.wikipedia.org/wiki/Δημιουργική_γραφή
Μενέλαος Γκίκας

Παρασκευή 4 Νοεμβρίου 2016

Ο βυθισμένος κόσμος των αρχετύπων

Υπάρχουν μέσα στην ψυχή μας εικόνες, όπως αυτή της μητέρας, που βρίσκονται εκεί χαραγμένες ανεξίτηλα από την πρώτη στιγμή της γέννησής μας; Νέοι ερευνητές στρέφονται προς τα πίσω και αναγνωρίζουν ότι κάποιες από τις θεωρίες του Γιουνγκ, αν και δεν διατυπώθηκαν ποτέ με αυστηρά επιστημονικούς όρους, φαίνεται να επαληθεύονται. Υπάρχει, για παράδειγμα, κάτι σαν συλλογικό υποσυνείδητο, μια βάση δεδομένων που χρειάστηκε αιώνες για να συγκροτηθεί αλλά συνοδεύει πλέον κάθε ανθρώπινη ύπαρξη. Εκεί έχουν αποκρυσταλλωθεί πρότυπα ψυχονοητικής συμπεριφοράς και βρίσκονται τα θεμέλια πολλών εκδηλώσεων του ανθρώπου, όπως οι μύθοι, οι αριθμοί, οι συμβολισμοί, οι αρχές της τέχνης και της επιστήμης.

Οι νέοι γονείς βλέποντας τον δεσμό ανάμεσα στο νεογέννητο μωρό τους και στη μητέρα του νομίζουν πως ξέρουν και να τον εξηγήσουν. Από την πρώτη στιγμή της δημιουργίας του ζευγαριού μητέρας - παιδιού σκέπτονται ότι πολύ απλά το δέσιμο μεταξύ τους είναι αποτέλεσμα της περιποίησης και της τροφής που παρέχονται συνήθως αφειδώς τις πρώτες ημέρες από τη μία πλευρά. Κατά τους ερευνητές όμως της ανθρώπινης ψυχής από τον καιρό του Γιουνγκ, στο πρώτο τέταρτο του αιώνα μας, ως τους σημερινούς, που ζουν το τέλος του, το βρέφος προσκολλάται στη μητέρα μόλις εκείνη αρχίσει να το θηλάζει. Οχι για άλλο λόγο, αλλά γιατί μέσα του υπάρχει μια αρχετυπική εικόνα της έννοιας της μητέρας - τροφού. Ετσι η παρουσία του στήθους της ενεργοποιεί τον νοητικό μηχανισμό που το βοηθάει να αρχίσει με τη μία, και χωρίς καθοδήγηση, να ψάχνει για το γάλα του. Φυσικά υπάρχει και στην άλλη όχθη, μέσα στη μητέρα, το αρχέτυπο ενός παιδιού, που αν όλα πάνε καλά θα προβληθεί στο νεογέννητο.

Η έννοια του αρχετύπου

Ο όρος αρχέτυπο σημαίνει αρχικός τύπος, ό,τι δηλαδή θα χρησιμεύσει ως υπόδειγμα, πρότυπο, μοντέλο. Τα αρχέτυπα μας καθοδηγούν σε ορισμένες βασικές συμπεριφορές όντας αντιπρόσωποι, ως προς τα πιο χαρακτηριστικά τους στοιχεία, εικόνων, ιδεών, εμπειριών και συναισθημάτων. Στα αρχέτυπα μελετητές διαφόρων σχολών βρίσκουν τα θεμέλια πολλών εκδηλώσεων του ανθρώπου, όπως των μύθων, της λογοτεχνίας, της τέχνης, των συμβολισμών και όλων των βασικών συλλήψεων της επιστήμης.
Η ύπαρξη των αρχετύπων έχει γίνει ήδη δεκτή, άμεσα ή έμμεσα, σε πολλές επιστήμες: στην Εθνολογία ως συλλογικές αναπαραστάσεις, στη Βιολογία ως πρότυπα συμπεριφοράς και μορφογενετικά πρότυπα, στην Ιστορία ως μοντέλα επανάληψης των βασικών γεγονότων, στη Συγκριτική Μυθολογία και Εθιμογραφία ως θέματα με παρόμοια χαρακτηριστικά, στην Κυβερνητική ως κατασκευή βασικών δυναμικών σχημάτων για την εξομοίωση διαδικασιών. Πίσω από όλα αυτά κρύβεται η παρουσία της έννοιας του αρχετύπου, το οποίο είναι κάτι πολύ σύνθετο.
Είναι κάτι που βιώνεται με τις εικόνες, τις ιδέες, τις εμπειρίες, με αρχετυπική δομή και παραγωγό τον μη συνειδητό νου. Αλλά η βασική και γενική δομή των περιεχομένων μέσα μας αρχετύπων είναι παγκόσμια και προϋπάρχει. Η προϋπάρχουσα δομή είναι αδύνατο να παρασταθεί και λειτουργεί ως ρυθμιστής εκείνου του υλικού που αναπαρίσταται. Ετσι, το αρχέτυπο ως εμπειρικό φαινόμενο καθορίζεται από το πού, το πότε και προσωπικές συνθήκες αλλά είναι, από την άλλη πλευρά, ιδεατό γενικό δομικό σχέδιο, ανεξάρτητο από συνθήκες, αποτελώντας ουσιαστικό συστατικό της ψυχής, του πνεύματος και του νου.
Η δυσκολία, που προκαλεί παρανοήσεις, έγκειται στο ότι τα αρχέτυπα είναι, κατά κάποιο τρόπο, πραγματικά. Δηλαδή είναι δυνατόν να αναγνωριστούν εμπειρικά ορισμένες καταστάσεις, με την αιτία τους να περιγράφεται ως αρχέτυπο. Κάτι τέτοιο το ξέρουμε στη Φυσική για καταστάσεις με αιτία τους, υποτίθεται, το άτομο, που όμως γι' αυτές είναι απλώς ένα πρότυπο ή όπως τα Μαθηματικά έχουν ως βάση τον αριθμό αλλά δεν είναι κάποιο δεικνυόμενο ον.
Κανένας δεν είδε ποτέ ένα αρχέτυπο, ούτε ένα άτομο, ούτε έναν αριθμό. Αλλά είναι γνωστό ότι όλα αυτά λειτουργούν, με τον τρόπο του το καθένα: το ένα παράγει την πρώτη ύλη όλης της δημιουργικότητας, το άλλο την ύλη και εκρήξεις, το τρίτο τα Μαθηματικά. Οταν λοιπόν λέμε άτομο ή αριθμός, στην ουσία εννοούμε ένα πρότυπο, μια ιδέα, μια εικόνα, μια σύλληψη, μια έννοια και όχι κάποιο υλικοφυσικό αντικείμενο. Ομοια, όταν λέμε αρχέτυπο εννοούμε την ιδέα, την εικόνα που αντιστοιχεί σε αυτό και ποτέ το πράγμα καθαυτό, που σε όλες τις περιπτώσεις είναι κάποιο υπερβατικό μυστήριο. Ποτέ ένας φυσικός ή μαθηματικός δε θα πίστευε ότι έχει χτυπήσει τον στόχο του, με το πρότυπο του ατόμου ή την έννοια του αριθμού, αντίστοιχα, γιατί ξέρει πολύ καλά ότι χειρίζεται ένα δυναμικό σχήμα ή μοντέλο που απλώς φανερώνει γεγονότα.
Πρέπει να κάνουμε όμως διάκριση μεταξύ του αρχέτυπου καθαυτού, δηλαδή του μη αντιληπτού, που είναι δυνητικά παρόν σε κάθε δομή, και του εκδηλωμένου αρχετύπου, που γίνεται αντιληπτό και εισέρχεται στο πεδίο της συνείδησης. Το εκδηλωμένο αρχέτυπο εμφανίζεται ως αρχετυπική εικόνα, που η μορφή της μπορεί να αλλάζει και να προσαρμόζεται στο περιβάλλον ως αρχετυπικός τρόπος δράσης, ως αρχετυπική διαδικασία, ως αρχετυπική στάση, ως αρχετυπική ιδέα, ως αρχετυπική εμπειρία. Ολα αυτά, αν ενεργοποιηθούν υπό ορισμένες συνθήκες, αναδύονται από τη μη συνειδητή ως τώρα κατάστασή τους και γίνονται κατά κάποιο τρόπο ορατά. Ετσι, το αρχέτυπο μπορεί να εκδηλωθεί όχι μόνο σε στατική μορφή, αλλά και με μια δυναμική διαδικασία και στην πραγματικότητα όλες οι τυπικές ανθρώπινες εκδηλώσεις της ζωής, βιολογικές, ψυχικές, πνευματικές, στηρίζονται σε μια αρχετυπική βάση.

Τα αρχέτυπα στη λογοτεχνία

Ο Jung εφάρμοσε τη θεωρία του για το συλλογικό υποσυνείδητο και τα αρχέτυπα στη λογοτεχνία και υποστήριξε ότι σε ένα αληθινά συμβολικό έργο τέχνης η πηγή των εικόνων δεν βρίσκεται στο προσωπικό υποσυνείδητο του συγγραφέα (αυτό θα έκανε το έργο ένα συμπτωματολογικό αλλά όχι συμβολικό προϊόν), αλλά στον χώρο της ασύνειδης μυθολογίας, της οποίας τα αρχέγονα περιεχόμενα αποτελούν κοινή κληρονομιά της ανθρωπότητας. Στις μυθολογίες όλων των πολιτισμών καθώς και στα όνειρα και στα λογοτεχνικά δημιουργήματα παρουσιάζονται αυτές οι αρχέγονες εικόνες ή αρχέτυπα, που δεν ανήκουν στο ατομικό πνεύμα ή στο πνεύμα του συγκεκριμένου πολιτισμού αλλά στο αχανές ασύνειδο πνεύμα, που αποτελεί το υπόστρωμα όλων των επιμέρους ατομικών πνευμάτων.
Στην εμφάνιση αυτών των αρχετύπων οφείλουν τα σπουδαία λογοτεχνικά έργα τη μεγάλη δύναμή τους να συγκινούν. Νιώθουμε ξαφνικά μια εξαιρετική ανακούφιση σαν να μας παρασύρει ή να μας κυριεύει μια ακατανίκητη δύναμη, γιατί βλέπουμε να μας αποκαλύπτονται οι βαθύτερες πηγές της ζωής. Ο Jung λέει ότι το αρχετυπικό περιεχόμενο εκφράζει ένα σχήμα λόγου (μια ταύτιση του ήλιου με τον βασιλιά ή του παιδιού με τον Θεό) και αποτελεί μέρος ενός μύθου. Οι μύθοι έχουν έναν ασύνειδο νοηματικό πυρήνα, ο οποίος στην πραγματικότητα δεν μπορεί να ανακληθεί στο συνειδητό αλλά ως ένα βαθμό μπορεί να προσεγγισθεί με περιγραφικά μέσα.
Το συλλογικό υποσυνείδητο είναι γεμάτο από αρχετυπικά σχήματα, που μοιράζεται όλο το ανθρώπινο γένος. Γι' αυτόν τον λόγο το έργο του καλλιτέχνη γίνεται παγκόσμιος πόλος έλξης και καταφύγιο κάθε διψασμένης ψυχής, η οποία βλέπει εκεί την πραγμάτωση αιτημάτων που η ίδια ήταν ανίκανη να μετουσιώσει σε τέχνη. Ο πραγματικός καλλιτέχνης ξέρει πώς να επεξεργάζεται τα περιεχόμενά του, έτσι ώστε αφαιρώντας την προσωπική χροιά να βρίσκει την πεμπτουσία τους, που είναι υπερπροσωπική. Εχει την ικανότητα να παρουσιάζει πιστά αυτά τα περιεχόμενα, δίχως αναπαραστατικές αδεξιότητες ή ατέλειες. Οι άνθρωποι έλκονται από την παγκοσμιότητά του, από τη δεξιοτεχνία του και από τις επωφελείς για την ψυχή τους υποδηλώσεις του. Το έργο τέχνης μάς βοηθάει να αφομοιώσουμε τις αγωνίες και τους φόβους μας, γιατί υπερβαίνει τους αμυντικούς μηχανισμούς της εγωικής συνείδησης. Παρασυρόμενοι από τον εγγενή κόσμο της συμβολικής τέχνης λυτρωνόμαστε, με αποτέλεσμα να βλέπουμε την τέχνη ως λύτρωση και τον καλλιτέχνη ως λυτρωτή. Στο αληθινά μεγάλο έργο τέχνης ο καλλιτέχνης καθαίρει αυτό το έργο από κάθε λογής προσωπικά στοιχεία, πηγαίνει, με μια υπερβατική λειτουργία, πέρα από το προσωπικό και ιδιωτικό ή τουλάχιστον του δίνει υπερπροσωπικές προεκτάσεις, ώστε να γίνεται πανανθρώπινο.
Με την εισαγωγή της έννοιας του συλλογικού ασυνειδήτου μπορούμε να πούμε ότι ο καλλιτέχνης δεν καθαίρει συνειδητά τα περιεχόμενα του ατομικού ασυνειδήτου από τις προσωπικές προσμείξεις, αλλά είναι μεγάλος καλλιτέχνης, στο μέτρο όπου μπορεί, και δίνει σχήμα αποδεκτό και ευχάριστο των αρχετυπικών εικόνων που συλλαμβάνει, μοιράζεται, κατανοεί, και στις οποίες φυσικά ανταποκρίνεται θετικά ολόκληρη η ανθρώπινη φυλή. Ο Jung δεν βλέπει στα διανθρώπινα και διαχρονικά σύμβολα απλώς την επιβίωση ορισμένων μορφών σκέψης, αλλά γι' αυτόν τα αρχέτυπα είναι ανεξάρτητες οντότητες, που δομούν το συλλογικό υποσυνείδητο. Αυτές οι οντότητες είναι άφθορες στην ουσία τους και συνιστούν τον ακλόνητο άξονα γύρω από τον οποίο η ανθρώπινη ψυχή περιστρέφεται πραγματοποιώντας τις αναρίθμητες παραλλαγές της. Αν ξέρουμε τι συμβαίνει στην ψυχή του καλλιτέχνη, μαθαίνουμε τι σημαίνει το έργο του. Αν ξέρουμε τι σημαίνει το έργο, μαθαίνουμε τι συμβαίνει στην ψυχή του καλλιτέχνη. Καλλιτέχνης και έργο βρίσκονται προφανώς σε αλληλεπίδραση, αλληλεξάρτηση, αλληλενέργεια.
Σύμφωνα, λοιπόν, με τη θεωρία αυτή, μπορούμε να υποστηρίξουμε ότι τα έργα εκείνα που είναι δημιουργήματα της εγωικής συνείδησης κρατάνε κάτι από τον λογικό κόσμο, την καθημερινότητα, την ιδιαιτερότητα του προσωπικού και είναι έργα επιδερμικά, επιφανειακά, χωροχρονικά περιορισμένα, δείχνουν το μερικό και όχι το γενικό. Αντίθετα, τα έργα που εκφράζουν το συλλογικό στην αιωνιότητά του, που εκφράζουν την ασύνειδη φυλετική μνήμη, που διαπερνούν τους περιορισμούς της λογικής και της καθημερινότητας αγγίζοντας τα βάθη της ανθρώπινης φύσης και ψυχής, τα έργα αυτά μπορούν να θεωρηθούν μεγάλα.
Ο δημιουργός τους λειτούργησε όχι ως προσωπικότητα, αλλά ως φορέας του δημιουργικού, ως ένα απρόσωπο μέσο για να ακουστεί ο γενικότερος προβληματισμός, λειτούργησε πέρα από το εγώ του, έχοντας, έστω προς στιγμή, ξεπεράσει την τάση του να ξεχωρίσει και έχοντας έτσι ενταχθεί ξανά στην αδιαφοροποίητη ενότητα. Στην περίπτωση αυτή, μιλάμε για μεγάλη, για αντικειμενική τέχνη. Και πρέπει να υπενθυμίσουμε ότι, αφού έτσι κι αλλιώς το υποσυνείδητο έχει τη δομή μιας γλώσσας, τα αρχέτυπα και οι αρχέγονες εικόνες αποτελούν έναν κώδικα επικοινωνίας, που χρησιμοποιείται ασυνείδητα, πηγαία και αυθόρμητα, κοινό σε ποιητή και αναγνώστη. Συνεπώς, ένα τέτοιο έργο μπορεί να μπει στην ψυχή από την «πίσω πόρτα» και όχι μέσα από τη λογική ανάλυση, με μια διά του ασυνειδήτου γνώση, οραματικά, διαισθητικά, ενορατικά.

Τα αρχέτυπα στην επιστήμη

Κατά τον Jung, ο αριθμός στα Μαθηματικά και το άτομο στη Φυσική είναι αρχέτυπα, τα οποία έγιναν συνειδητά. Εφαρμογές των αρχετύπων βρίσκουμε στις επιστήμες της Βιολογίας και της Κοινωνιολογίας, στη δυναμική των Μη Γραμμικών Συστημάτων, στην επιστήμη των Ηλεκτρονικών Υπολογιστών, στην Κβαντομηχανική, στη Φυσική Φιλοσοφία, στην Αρχιτεκτονική. Πράγματι, η ανακάλυψη ή η επινόηση προτύπων αρχετυπικής φύσης και η χρησιμοποίησή τους στις επιστήμες φαίνεται πως αποτελεί την πρωτοπορία σε εντελώς τεχνικούς και εφαρμοσμένους κλάδους. Καλό παράδειγμα εδώ είναι ο αρχιτέκτονας Alexander (που γράψαμε γι' αυτόν παλαιότερα εδώ στο «Βήμα»), οι απόψεις του οποίου χρησιμοποιήθηκαν από τους προγραμματιστές των κομπιούτερ, καθώς και ο αρχετυπικός προγραμματισμός, που εφαρμόζεται στο Τεχνολογικό Ινστιτούτο της Καλιφόρνιας. Σύμφωνα με αυτόν, ένα αρχετυπικό πρόγραμμα - σκελετός έχει τη δυνατότητα να πάρει πολλές μορφές, χωρίς να χάνει τον βασικό δομικό του χαρακτήρα και να εφαρμοστεί ανάλογα με το αντικείμενο.
Μία από τις πιο έγκυρες φωνές σχετικά με τα μυστήρια του εγκεφάλου είναι αυτή του Τζέραλντ Εντελμαν, τον οποίο ο έλληνας αναγνώστης μπορεί να βρει και να μάθει τη θεωρία του περί νευρωνικού δαρβινισμού στο βιβλίο «Αιθέρας θεϊκός, Λαμπερή φωτιά» (εκδόσεις Κάτοπτρο). Ενας μελετητής των αρχετύπων, ο Αντονι Στίβενς, στο καινούργιο βιβλίο του «Private Myths: Dreams and Dreaming» γράφει ότι η θεωρία του Γιουνγκ περί αρχετύπων επαναφέρεται με τον Εντελμαν στο προσκήνιο. Θεωρεί μάλιστα ότι η κάπως ασαφής θεωρία του Γιουνγκ να χωριστεί ο νους σε τρία μέρη ­ στο συνειδητό, στο προσωπικό υποσυνείδητο και στο συλλογικό υποσυνείδητο ­ επιβεβαιώνεται από τα όσα ο νευροφυσιολόγος Πολ Μακ Λιν το 1973 παρουσίασε σε βιβλίο, όπου γι' αυτόν ο ανθρώπινος εγκέφαλος είναι τρεις εγκέφαλοι σε έναν.
Ο πρώτος αντιστοιχεί στην περίοδο εξέλιξής μας ως νεοθηλαστικά, ένας για την προηγούμενη περίοδο των παλαιοθηλαστικών και ένας απομεινάρι της περιόδου των ερπετών με όλα τα αρχέτυπα διατηρημένα από τις διάφορες αυτές περιόδους.
Σε άρθρο που δημοσιεύθηκε μόλις τον Ιούλιο αυτής της χρονιάς στο περιοδικό «Discovery» μαθαίνουμε ότι την έννοια του αριθμού την μοιραζόμαστε ως αρχέτυπη γνώση και με τα περιστέρια και με τους ποντικούς, ενώ από άλλα πειράματα έχει ήδη διαπιστωθεί ότι μωρά λίγων μόλις μηνών έχουν ήδη την έννοια μικρών αριθμών όπως το ένα και το δύο. Θα μπορούσε να πει κανείς πως σήμερα τα αρχέτυπα βρίσκονται παντού και αυτό είναι φυσιολογικό, αφού βρίσκονται στον νου και στην ψυχή μας.
Την έννοια του αρχετύπου εισήγαγε τόσο ο Ηράκλειτος, που αντιμετώπιζε την ψυχή ως την αρχετυπική πρώτη αρχή, όσο και ο Πυθαγόρας, που θεωρούσε τον αριθμό αρχετυπικό στοιχείο του κόσμου. Η έννοια αυτή δομήθηκε από τον Πλάτωνα στη θεωρία των μορφών, όπου υποστηρίζει ότι η ουσία ενός πράγματος ή μιας έννοιας είναι η υποκείμενη μορφή ή ιδέα του και ότι αληθινή γνώση αποκτάται όταν η ψυχή φτάσει στην ανάμνηση των αρχέτυπων ιδεών.
Ο όρος αρχέτυπο συναντάται στα Ερμητικά κείμενα, στον Φίλωνα, στον Ειρηναίο, στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη και στον Αυγουστίνο. Συγκεκριμένα, στο Corpus Hermeticum ο Θεός ονομάζεται «το αρχέτυπον φως», ενώ υπάρχει και η έκφραση «είδες εν τω νω το αρχέτυπον είδος». Στον Φίλωνα τον συναντάμε σε σχέση με την εικόνα του Θεού, που υπάρχει μέσα στον άνθρωπο, και σε εκφράσεις όπως «αρχέτυπος σφραγίς» και «αρχέτυπον παράδειγμα». Ο Ειρηναίος λέει: «Ο δημιουργός του Κόσμου δεν έπλασε αυτά τα πράγματα κατευθείαν από τον εαυτό του, αλλά τα αντέγραψε από αρχέτυπα έξω από τον εαυτό του». Στον Διονύσιο Αρεοπαγίτη υπάρχουν εκφράσεις όπως «άυλα αρχέτυπα» και «αρχέτυπος λίθος». Ο Πλωτίνος αναφέρει την έκφραση «πολύ αρχετυπώτερον και αληθέστερον», ενώ ο Διονύσιος Αλικαρνασσεύς λέει: «αρχέτυπον της αληθείας». Τέλος, ο Αυγουστίνος λέει τα εξής: «Οι πρωταρχικές ιδέες είναι καθορισμένες μορφές, σταθερές και αμετάβλητες αιτίες πραγμάτων, καθαυτές άμορφες, αιώνιες και ομοιότροπες, οι οποίες εμπεριέχονται στη θεία κατανόηση. Μολονότι οι ίδιες δεν χάνονται, όλα όσα μπορούν να δημιουργηθούν και να χαθούν διαμορφώνονται σύμφωνα με το πρότυπό τους. Η ψυχή δεν μπορεί να τις διακρίνει, εκτός και αν είναι η ορθολογική ψυχή».
Από καθαρά φιλοσοφική άποψη, το αρχέτυπο μπορεί να θεωρηθεί πλατωνικό είδος ή αριστοτελική κατηγορία εμπειριών, ενώ από επιστημονική άποψη εμπειρική περιγραφή ενός γεγονότος, το οποίο χαρακτηρίζει τις δομικές μορφές που βρίσκονται στη βάση του συνειδητού, όπως ακριβώς το κρυσταλλικό πλέγμα βρίσκεται στη βάση της διαδικασίας κρυστάλλωσης.
Στο ενδιαφέρον της σύγχρονης εποχής τα αρχέτυπα τα έφερε ο Jung, με τη θεωρία των αρχετύπων που διατύπωσε, και στο επιστημονικό ενδιαφέρον ήρθαν με την υπόθεση των αρχετύπων των Jung - Pauli, την οποία συνέχισε κυρίως η Von Franz. Ο Jung απλώς εφάρμοσε μια έτοιμη άποψη στα σύγχρονα προβλήματα, συνεχίζοντας στην ίδια γραμμή εξέλιξης, και είναι φανερό πως όλοι οι ασχολούμενοι με το θέμα των θεμελίων και της φιλοσοφίας των επιστημών δεν θα έπρεπε να την αγνοούν. Το γιατί συμβαίνει αυτό ή γιατί δεν αντιλαμβάνονται όλοι με τον ίδιο τρόπο το συγκεκριμένο αρχέτυπο το εξηγεί ο Διονύσιος Αρεοπαγίτης:
«Μπορεί όμως να πει κανείς πως η σφραγίδα δεν είναι η ίδια και πλήρης σε όλες τις αποτυπώσεις της. Βέβαια δεν είναι η αιτία η ίδια η σφραγίδα, γιατί συμμετέχει ολοκληρωτικά και παρόμοια σε κάθε περίπτωση, αλλά οι διαφορές των συμμετεχόντων που κάνουν τις αποτυπώσεις διαφορετικές, αν και το αρχέτυπο είναι ένα, πλήρες και το ίδιο σε κάθε περίπτωση».

Πηγή: Το Βήμα: http://goo.gl/ufMRZ1

Σάββατο 7 Μαΐου 2016

Για τη γιορτή της Μητέρας

Η αγάπη μου για τη μητέρα θα μπορούσε να εκφραστεί με ποικίλους τρόπους και μεταφορές, αν θελήσω να μιλήσω και να εκμεταλλευτώ το μύθο. Συχνά μου προκαλεί αισθήματα που με κάνουν με κάποιο τρόπο να λειτουργώ όπως τα λουλούδια και οι μέλισσες, εγώ ανθίζω και μεγαλώνω και εσύ, κάποιες φορές, αφού σου δώσω το λουλούδι, μετατρέπεις τη γύρη σε μέλι και το μέλι είναι γλυκό. Υπάρχουν πολλά λουλούδια σαν και εμένα στη φύση. Εκείνη τη μέρα που ήρθες σε εμένα για να πάρεις τη γύρη σε ονόμασα Λουλουδένια! Ήμουν κι εγώ ένα λουλούδι μέσα σε τόσα άλλα, με τρόπο εργατικό και προσεγμένο ήρθες σε μένα και άρχισες να μου μαθαίνεις πώς να παράγω αυτή τη γύρη με την οποία τρέφονται οι μέλισσες πριν φθάσουν στο μελίσσι τους. Την πρώτη φορά που το έκανες μου είπες ότι αυτός είναι ο οικογενειακός καρπός, οι αξίες, η λεπτότητα, τα συναισθήματα αλλά και οι χειρισμοί που κάνουν την οικογένεια να ευδοκιμεί, έως ότου βρεθείς στις κυψέλες σου για το μέλι και το βασιλικό πολτό, συστατικά όχι μόνο ευεργετικά για τις μέλισσες αλλά για τον άνθρωπο συνολικά. Ζωγράφισα μάλιστα ένα στεφάνι με λουλούδια όπως αυτό που φοράς στο κεφάλι για να μου θυμίζει το όνομά σου. Η «Λουλουδένια» είναι η βασίλισσα του μελιού, ευαίσθητη, εύθραυστη, με λόγο που εκπέμπει αυτή τη φυσική ομορφιά και που γίνεται φιλόξενη και καταδεκτική για όλες τις εργάτριες της κυψέλης που θέλουν να παράγουν αυτό το αγαθό. Έξαφνα μου προξένησες αυτήν την ανάγκη και τότε άρχισα να βλέπω την απόσταση που υπάρχει στα σώματά μας. Θέλησα κι εγώ να μεταμορφωθώ και να μάθω την τέχνη του μελιού, να είμαι γλυκός, απλός, αλλά και διαυγής με τον τρόπο που η βασίλισσα συνεργάζεται με τις εργάτριες για το φυσικό αγαθό. Πως θα γίνει όμως αυτό όταν εσύ είσαι μέλισσα και εγώ ανθός; Γνώρισα τότε ένα ξωτικό που μου είπε ότι η Λουλουδένια, αν και μέλισσα έχει τα χρώματά σου, τα χρώματα των σκέψεών σου, των ανησυχιών σου, των συναισθημάτων σου, δίνει αγώνα για το καλό σου. Το ξωτικό με την παρέα του και αρχηγό μία Νεράιδα μεταμόρφωσαν και εμένα σε μέλισσα για να μάθω να μην κρίνω εξ ιδίων τα αλλότρια. Μπήκα και εγώ στις κυψέλες στις οποίες καθημερινά άρχισες να μου μαθαίνεις να σκέφτομαι, να εκφράζομαι αλλά και να βλέπω τα πράγματα και πολυδιάστατα και πολυφωνικά μα πάνω απ’ όλα με κριτήριο το τρίτο μάτι, τον εξωτερικό παρατηρητή που μπορεί να μην είναι παγιδευμένος στο μυαλό του, όπως εγώ μερικές φορές. Έτσι άρχισα να διακρίνω τα είδη τροφής που παράγει το μελίσσι, το μέλι από το βασιλικό πολτό με τον οποίο τρέφεται η μελλοντική βασίλισσα, η Λουλουδένια. Τότε ήταν που μου εξήγησες ότι τα είδη τροφής που παράγουμε και τα λουλούδια που επεξεργαζόμαστε καθορίζουν το τι έντομα γινόμαστε, πώς ξεχωρίζουν οι κηφήνες από τις εργάτριες και από τις βασίλισσες. Με τη βοήθεια της μεταμόρφωσης από τη Νεράιδα που με έβαλε στο σώμα μίας μέλισσας, άρχισες να μου μαθαίνεις τα διαφορετικά φίλτρα του νου και του λόγου με τα οποία γινόμαστε ευγενικοί, εγκρατείς, προνοητικοί μα πάνω απ’ όλα δίκαιοι. Μέχρι σήμερα θαυμάζω τον τρόπο με τον οποίο λειτουργεί η μονάδα παραγωγής σου. Και με βοηθάει και εμένα να ξεχωρίζω τον τρόπο που μεγαλώνω και εργάζομαι. Όμως η Νεράιδα για να λύσει τα μάγια και να με ξανακάνει λουλούδι, να με ξαναβάλει δηλαδή στον κάμπο που ανήκω πρέπει να εκπληρωθεί μία υπόσχεση. Ότι θα έχω μάθει από εσένα όχι μόνο πώς να σκέφτομαι και να λειτουργώ για  να δίνω στους ανθρώπους μέλι αλλά έξω από την κυψέλη. Όταν θα με απομακρύνει από το σπίτι μας και θα με ξαναβάλει στους αγρούς, θα έχω μάθει όχι μόνο πώς να λειτουργώ με τους όρους του σπιτιού αλλά έξω από αυτό. Εκεί όπου ο σεβασμός και το δίκαιο δεν είναι αυτονόητα αλλά πρέπει να κερδηθούν. Κακά τα ψέματα, με προϊδέασες λιγάκι. Σήμερα πλέον έχω μάθει να διασταυρώνω τη σκέψη μου και να αναζητάω την πολυφωνία όπου και αν μπορώ, να διασταυρώνω και να μην αναλώνομαι πάντοτε σε στοχασμούς χωρίς απόδειξη. Τα μαθήματα που ως μητέρα μου έδωσες με κάνουν καθημερινά να ξαναλέω το απόφθεγμα του… Καρτέσιου. Σκέφτομαι άρα υπάρχω. Δεν πρέπει ποτέ να παίρνω αποφάσεις εν θερμώ και να μάθω να ζυγίζω πολλές πλευρές προτού κρίνω κάτι. Όταν η μέλισσα, η Λουλουδένια εκπληρώσει αυτόν τον ιερό σκοπό με την εργατικότητά της στο μελίσσι, είναι περήφανη και γίνεται η βασίλισσα. Και τότε η Φύση περίτρανα αλλά και με αίγλη εκπληρώνει τους σκοπούς της αλλά και τους λόγους ύπαρξής της. Σε βοήθησε με τους νόμους της και το παραμύθι της Νεράιδας να με κάνεις καλύτερο άνθρωπο και να αποκτήσω ηρεμία, στόχους σωστούς αλλά και προορισμό. Είμαι ξανά στο χώρο μου, στον κάμπο μαζί με τα άλλα λουλούδια να μεγαλώνω μα πάνω απ’ όλα να μη φοβάμαι.

Τρίτη 26 Ιανουαρίου 2016

Μία μικρή ιστορία Η, Από το εργαστήρι βιβλίου IANOS

Ο John είχε αγοράσει στο παρελθόν το βιβλίο Πτήσεις του Μυαλού του Λεονάρντο Ντα Βίντσι, μία βιογραφία με αφορμή την οποία έκανε κάποιες συζητήσεις στο γιο του Noel. Από την εποχή που βρίσκονταν στο Λονδίνο του είχε μιλήσει για την Αναγέννηση, ένα πολιτιστικό κίνημα που γεφύρωσε το Μεσαίωνα με το σύγχρονο κόσμο χάρη στην πολυεπίπεδη του εξέλιξη και το οποίο ανέδειξε σημαντικούς Αναγεννησιακούς καλλιτέχνες όπως ο Λεονάρντο και ο Μιχαήλ Άγγελος οι οποίοι ενέπνευσαν τον όρο Καθολικός Άνθρωπος. Σήμερα, ο John, ο Noel και η Εριφύλλη στην Ανδρομέδα, συζητούν για τις ιστορίες που διάβασαν ερμηνεύοντας την Αναγέννηση και σημασιολογικά ως εκ νέου γέννηση, αναδημιουργία.
Πάντοτε κάτι σκιρτούσε μέσα στις καρδιές τόσο του John όσο και του Noel όταν βρισκόντουσαν μπροστά σε όνειρα και ιδέες τα οποία δίσταζαν να ακολουθήσουν. Το ίδιο το πρόβλημα της γένεσης και του θανάτου, της αναγέννησης και της αναδημιουργίας, είχε από καιρού αντιμετωπίσει και ο John, όταν βραχυκυκλωμένος ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον πάσχιζε να τα διατηρήσει όσο το δυνατόν ακέραια. Να διατηρήσει ακέραιο το χρόνο που μεταβάλλεται? Ή μήπως να διαφυλάξει την προσωπική του λύτρωση που μαίνεται, τη δική του αλλά όχι των συνανθρώπων του? Αδύνατον, σκέφτηκε αμέσως! Στα 16 του χρόνια ο Noel απέκτησε μία μοναδική ευκαιρία με το ταξίδι αυτό και με τη σκέψη αυτή παροτρύνει τον John:
-    Ας μη γυρίσουμε πίσω! Ας γίνουμε όλοι ως οικογένεια μόνιμοι ταξιδιώτες εδώ. Ας φτιάξουμε μία ζωή στον κόσμο αυτό!
-    Αγαπητέ μου ονειροπόλε, συνεχίζει ο πατέρας του, ίσως και να έχεις δίκιο!
Για τον John αυτή η εκ νέου γέννηση των ιδεών του είχε υπάρξει μία παράδοξη, μία μακάβρια πρακτική. Μπορούσε να φτιάξει ένα κόσμο καταπληκτικό μέχρι τη στιγμή που κάποιος θα τραβούσε το χαλί κάτω από τα πόδια του και θα του έλεγε ότι αυτό δεν υπάρχει… Το είχε ζήσει στον οργανισμό, το είχε νιώσει και στη ζωή του. Αγαπάς πράγματα που φεύγουν, του είχε πει κάποτε η γυναίκα του.
-    Θα σπουδάσω, θα βρω δουλειά και θα ζήσουμε μία ζωή σε παράλληλους κόσμους, αποκρίνεται ο Noel. Έχω φίλους εδώ. Τη Νεράιδα, τα ξωτικά που μας συντροφεύουν στα γλέντια… Ο κόσμος αυτός θα νικήσει οριστικά το σκοτάδι, θα νικήσει την έκπτωση και τότε θα είμαστε όλοι μαζί. Θα κοιτάξουμε πίσω μας την ιστορία και  θα γελάσουμε.
-    Καλέ μου Noel, του αποτείνεται η Εριφύλλη, σου έχω πει ποτέ ότι σε θαυμάζω?
Αν και νέος ακόμα, πάντοτε ήθελε να γνωρίζει τι σκέφτονται οι άλλοι γι αυτόν. Τώρα όμως η καρδιά του σκιρτούσε για άλλες ιδέες, οι έννοιες του Ντα Βίντσι, ο θρύλος του Οικουμενικού Ανθρώπου. Οι φωνές στις οποίες πίστεψαν… τόσο ο πατέρας όσο και ο γιος…

Τρίτη 19 Ιανουαρίου 2016

Το σπίτι της Νεράιδας, Ζ, Από το εργαστήρι βιβλίου IANOS

Το σπίτι της Νεράιδας: Πρόκειται για ένα σπίτι δίπλα στο μονοπάτι στο τέρμα του δάσους. Ένα σπίτι ξύλινο, με χιονισμένα (τη συγκεκριμένη περίοδο) κεραμίδια και καμινάδα, κυριολεκτικά μέσα στο πράσινο, δίπλα σε μία μικρή λιμνούλα και με πλούσια βλάστηση πολύχρωμων λουλουδιών εξωτερικά. Από τα παράθυρά του αλλά και τα τζάμια του αναδύεται ένα ζεστό πορτοκαλοκίτρινο φως, ενδεικτικό της φωτεινότητας αλλά και της δραστηριότητας μέσα στο σπίτι. Καθώς ανεβαίνουμε τα εξωτερικά σκαλάκια και μπαίνουμε μέσα από την πόρτα του σπιτιού, εσωτερικά βλέπουμε αρχικά μπροστά μας ένα τζάκι με δύο πολυθρόνες, αριστερά το σαλόνι που οδηγεί στα δωμάτια και δεξιά ένα χώρο διασκέδασης των ανθρώπων με τραπέζι, φαγητό και ξύλινα ράφια. Στο μέσο του σαλονιού βρίσκεται μία ξύλινη υδρόγειος σε βάση, καθώς κοιτάζουμε δεξιά μία βιβλιοθήκη, αριστερά βρίσκονται καναπέδες και πολυθρόνες και ο συγκεκριμένος χώρος είναι τόσο ευρύχωρος ώστε μπροστά στο βάθος και πριν μία σχετικά μεγάλης έκτασης αυλή, η Μινέρβα έχει τοποθετήσει ένα τηλεσκόπιο και διάφορα δικά της άλλα όργανα και πράγματα πάνω στα τραπέζια. Άτλαντες και διαβήτες, μαγικά ραβδιά, μία έδρα στην κορυφή της οποίας υπάρχει ένα βιβλίο με μαγικές σελίδες αλλά και δύο πολυθρόνες αριστερά, ενδιάμεσα των οποίων υπάρχει ένα τραπεζάκι με μία χρυσοποίκιλτη σκακιέρα πάνω του. Χύμα βιβλία, φωτογραφικές συλλογές και πολλά άλλα, όλα αυτά συνθέτουν την εικόνα του σαλονιού. Πρόκειται για ένα χώρο ο οποίος στο βάθος του έχει εσωτερική σκάλα η οποία οδηγεί σε μία σοφίτα με ξύλινες κουκουβάγιες στην πόρτα εισόδου, ένα γραφείο εσωτερικά το οποίο η Μινέρβα χρησιμοποιεί ως μελετητήριο και ποικιλία μαγικού εξοπλισμού δεξιά και αριστερά του χώρου. Σε μικρούς πάγκους, σε ράφια με άλλα βιβλία, αλλά και δίπλα σε γλάστρες μέσα στις οποίες η Μινέρβα καλλιεργεί μαγικά βότανα εσωτερικά του δωματίου σε σχέση με τον κήπο της στην άλλη πλευρά του σπιτιού, στον οποίο υπάρχουν διαφόρων ειδών καλλιέργειες. Στο σπίτι αυτό η Μινέρβα βρίσκει καταφύγιο μετά τις δραστηριότητές της στο Μαντείο και γενικά στην Ανδρομέδα, ένα χώρο προσωπικής εξερεύνησης που καλείται όμως να σηκώσει το βάρος του μέλλοντος. Η Μινέρβα άλλοτε ως Νεράιδα και άλλοτε ως Αλχημιστής που  μετασχηματίζει τον κόσμο σε λέξεις, αποκτάει πραγματική ενόραση στο σπίτι αυτό για το αληθινό νόημα αλλά και την αντίληψη του τι είναι μαγεία. Η μαγεία του έναστρου ουρανού, η μαγεία της ποίησης, η μαγεία ενός τοπίου ή μίας φωτογραφίας, η μαγεία του συγγραφέα, οι νόμοι που κυβερνούν ένα φανταστικό Σύμπαν αλλά και η μαγεία των παραμυθιών, των ξωτικών, του πνεύματος των Χριστουγέννων, των νάνων, αποτελούν απλά κάποιες από τις δραστηριότητες της μέσα στο προσωπικό της παρατηρητήριο, με τη συνοδεία αντικειμένων, βιβλίων, συλλογών αλλά και ευρύτερου εξοπλισμού. Ένα προσωπικό σπίτι τα αντικείμενα του οποίου αλλά και οι χώροι του συνδέονται με θύμισες, στιγμές, αγγελικά πλάσματα με τα οποία ήρθε κάποτε σε επαφή αλλά και τη ζωντάνια των ανθρώπων που πλέον το επισκέπτονται.
(Συνεχίζεται)

Τρίτη 12 Ιανουαρίου 2016

Μία σύντομη αφήγηση, ΣΤ, Από το εργαστήρι βιβλίου IANOS

Οι άνθρωποι της Ανδρομέδας ξυπνούν νωρίς το πρωϊ. Διατηρούν και αυτοί συνήθειες του πραγματικού κόσμου, όπως το ότι πρέπει να ψήσουν το ψωμί, να ετοιμάσουν ένα καλό πρωϊνό για τα μέλη της οικογένειας, να τακτοποιήσουν τα σπίτια τους, να κυκλοφορήσουν στην αγορά του χωριού για να μάθουν νέα και να αγοράσουν εφημερίδες και ειδικότερα να ρυθμίσουν το χρόνο τους με βάση την ενασχόλησή τους με την εκκλησία. Πρόκειται για ένα κόσμο απλό αλλά και φιλόδοξο ταυτόχρονα. Απολαμβάνουν τη μυρωδιά του ψωμιού και τις συζητήσεις όπως επίσης διηγούνται προφορικά θρύλους αλλά και τεκμήρια του μαγικού τους βασιλείου. Στον κόσμο αυτό ο Noel συχνά αισθάνεται μία ανεξήγητη πραότητα και ηρεμία, ανακαλύπτει πτυχές του χαρακτήρα του αλλά και τρόπους έκφρασης, όπου με βάση τη ζωή τους στο Λονδίνο δεν γνώριζε ακόμα ότι υπάρχουν. Οι μέρες στην Ανδρομέδα κυλούν γαλήνια αλλά και σιωπηλά ως προς τα μάγια που πρέπει να αποκατασταθούν. Από τις πρωϊνές οικογενειακές στιγμές και μέχρι το λόγο του Ευαγγελίου και από τις δραστηριότητες των κατοίκων μέχρι τα μαγεμένα γλέντια στο δάσος, η Ανδρομέδα εξελίσσεται πάνω σε μία εκλεπτυσμένη ισορροπία ενός λεπτού ιστού λέξεων, ειπωμένων αλλά και μνημονευμένων, ιστοριών αλλά και ακουσμάτων, τα οποία πραγματικά σε κάνουν να καταλαβαίνεις τι θα πει μαγεία, τι θα πει ατμοσφαιρικότητα και πως ακριβώς λειτουργεί το συνεχές του φανταστικού αυτού Σύμπαντος. Τόσο ο Noel και η Εριφύλλη όσο και ο John επιδίδονται συχνά σε συσχετισμούς ανάμεσα στο παρελθόν και το μέλλον. Η ζωή τους στο μαγαζί προτού φθάσουν στο σεντούκι και ξεκλειδώσουν τον φανταστικό αυτό κόσμο. Πως προσπαθούσε ο πατέρας του και τι μέσα διέθετε για να απαντήσει στην επιστήμη και τι κάνουν τώρα με όλα αυτά τα δεδομένα, τη μαγεία αλλά και τις δυνατότητες ερμηνευτικής που διαθέτουν. Πρόκειται για μία ευκαιρία που ότι και να έκανε ο πατέρας του στο Λονδίνο δεν μπόρεσε μέσα από το ρολογάδικο και τις εφευρέσεις του στο παρελθόν να εξηγήσει τι είναι αυτό ακριβώς που συμβαίνει στη σύναψη, ανθρώπων, νοημάτων αλλά και ιδεών. Ο John απλά παίζει με δυισμούς και δίπολα, δεν είναι ο άνθρωπος που βρέθηκε εξαρχής μέσα στο παραμύθι, τη φαντασία και τα νοήματα. Αυτή λοιπόν την Βαβέλ και την έκπτωση ανάμεσα στην τεχνολογία και τη μαγεία, είναι που πρέπει οι ήρωες να ψάξουν, να σκάψουν αλλά και να αποκαταστήσουν. Όμως για να συμβεί αυτό υπάρχει μία προφητεία που πρέπει να εκπληρωθεί, πριν η Μινέρβα λύσει τα μάγια μέσα στο Μαντείο και απελευθερώσει τον πολιτισμό. Όταν ένας απόγονος του Αδάμ ξεκλειδώσει την πύλη του φανταστικού και αποδώσει τιμές στις κρύπτες των προγόνων της Ανδρομέδας, που θανατώθηκαν άδικα όταν η ισορροπία του βασιλείου κατέρρευσε, ο βράχος στο ξέφωτο του μαγικού δάσους, μνημείο για τους κατοίκους θα ραγίσει, από το οποίο ακόμα και ο θάνατος θα φύγει πίσω τρέχοντας. Πρόκειται για γεγονότα που αφορούν το μέλλον των ηρώων, τολμούν όμως να θίξουν αυτό που και η Ανδρομέδα ονομάζει ελιξήριο, μία ιστορία και ένα μαγικό φίλτρο γύρω από την αθανασία και την αιώνια νεότητα.
(Συνεχίζεται)

Τρίτη 5 Ιανουαρίου 2016

Μία εξέλιξη της ιστορίας, Ε, Από το εργαστήρι βιβλίου IANOS

Το Χωριό: Πρόκειται για την κατοικημένη πολιτεία της Ανδρομέδας, χιονισμένη κατά την περίοδο επίσκεψης των ηρώων και περιμετρικά κυκλωμένη από το Μαγικό Δάσος, στο οποίο περνούν μεγάλο μέρος του χρόνου τους τα ξωτικά, οι νάνοι και οι νεράιδες. Αρτοποιήματα, καλάθια με φρούτα, άμαξες, ζωάκια, καμινάδες εν δράσει, ξυλεία, οικονομίες κατ’ είδος, πάγκοι με εμπορεύματα, παιδιά με εφημερίδες, αυλές πλούσιες σε διακόσμηση και πολλά άλλα συνθέτουν την εικόνα αλλά και τους λόγους κυκλοφορίας στην Ανδρομέδα. Σύντομα η ζωή τους θα εξελιχθεί απροσδόκητα όμορφα μέσα από ιστορίες φιλίας, αγάπης αλλά και προσωπικής εξερεύνησης. Ο John, ο Noel, η Εριφύλλη και οι Eric και Robert θα αναζητήσουν τον προσωπικό τους μύθο.
Το Κοσμικό: Σε ένα φανταστικό σύμπαν στο οποίο συχνά διαχέονται τα νοήματα, οι εσωτερικοί διάλογοι και οι δράσεις των ανθρώπων μέσα σε αυτό το ανώτερο ρευστό που ονομάζεται μαγεία, ο ερχομός των ηρώων από τον πραγματικό κόσμο θα γεμίσει τους κατοίκους της Ανδρομέδας με ελπίδα, προσμονή και κουράγιο απέναντι στο άγνωστο. Το βασίλειο με ηγέτη τη Μινέρβα και τον Άγγελο του Φεγγαριού καλείται να αποκαταστήσει την μαγική του δύναμη οδηγώντας τους αρχικούς ήρωες στη λύτρωση. Ο Άγγελος του Φεγγαριού είναι αυτός που μαζεύει τις χαμένες αγάπες και τις φυλάει στην πανσέληνο για να ξαναγυρίζουν στις μοναχικές καρδιές όταν την κοιτάνε.
Το Γλέντι: Πρόκειται για φολκλορικές βραδιές φωταγωγημένες με κολοκύθες μέσα στο μαγικό δάσος. Μέσα σε σκηνές, με πάγκους, με ποτά αλλά και με καλικάντζαρους που συνοδεύουν τα γλέντια των ανθρώπων, η Ανδρομέδα αναπολεί τις εποχές της δόξας της προτού καταδικαστεί σε μία Βαβέλ ανάμεσα στις δυνάμεις του ορατού και του αοράτου. Οι ήρωες τραγουδούν, παίζουν μουσική με διάφορα όργανα και διηγούνται ιστορίες συχνά κοπανώντας τα ποτήρια με τις μπύρες στα τραπέζια παρακολουθώντας τους φίλους τους και τα ξωτικά να χορεύουν μαζί. Είναι οι μοναδικές στιγμές που γίνεται λόγος για το μαγικό τραπέζι της Ανδρομέδας στο οποίο είναι όλοι καλεσμένοι. Ένα τραπέζι στο οποίο δεν υπάρχει χώρος για βία ή ανάθεμα και στο οποίο περιλαμβάνονται μορφές ανθρώπων ζωγραφισμένες μέσα από θρύλους και ακούσματα σε διάφορους πίνακες.
Οι Πειρασμοί: Μάζες καπνού με μορφές προσώπων διεισδύουν πυκνά συχνά τη νύχτα μέσα στο χωριό, εμποδίζοντας όλους μαζί και καθέναν ξεχωριστά να οδηγηθούν στην εντελέχεια, δηλαδή στην πλήρη πραγμάτωση των σκοπών τους σε αντιδιαστολή με την εν δυνάμει εμφάνιση. Συχνά έννοιες όπως ελευθερία, αγάπη, ισότητα, κατακερματίζονται από τους πειρασμούς διχάζοντας τα συναισθήματα και τις σκέψεις των ανθρώπων. Οι πειρασμοί είναι αυτοί που κάνουν τους ανθρώπους να αφιερώνουν πολύ περισσότερο χρόνο σε αυτά που νομίζουν ότι στερήθηκαν εν αντιθέσει με τις ευκαιρίες που τους δόθηκαν.
(Συνεχίζεται)

Ευθύς & Πλάγιος Λόγος, Από το εργαστήρι βιβλίου IANOS

Ευθύς Λόγος: Μία βραδιά στο Μαγικό Δάσος, δίπλα σε ένα κομμένο δέντρο και με ένα βαθύ μπλε φως να γεμίζει το χώρο, ο Noel και η Εριφύλλη έχουν καθίσει δίπλα στον κορμό και συζητούν:
-Αισθάνομαι ότι αναζητάς πάντοτε τη στιγμή, λέει η κοπέλα στο αγόρι. Κι αν δεν υπάρχουν απαντήσεις σε όλα?
Ο Noel γυρίζει το κεφάλι του στην Εριφύλλη και αμέσως μετά ανακάθεται. Σκεφτικός αλλά και ενθουσιώδης μιας και πάντοτε του άρεσαν οι συζητήσεις μαζί της, απλώνει το χέρι του πίσω από την πλάτη της.
-Εμείς θελήσαμε να κάνουμε το ταξίδι αυτό, συνεχίζει η Εριφύλλη. Ένα θέλω να σου πω μόνο. Ποτέ μην ξεκινάς κάτι αν δεν σκοπεύεις να το τελειώσεις. Στην πορεία βέβαια ανακαλύπτουμε άλλες ισορροπίες έως ότου φθάσουμε στο τέλος.
-Πραγματικά το πιστεύεις αυτό? Απαντάει με δέος ο νεαρός έφηβος. Χαίρομαι. Μου θυμίζεις τα λόγια που διάβασα στον Robert Frost. Δυο δρόμοι χωρίζονταν στο δάσος κι εγώ, εγώ διάλεξα τον πιο απάτητο.
Η Εριφύλλη με ένα απαλό χαμόγελο πλησιάζει αμέσως τον Noel για να τον αγκαλιάσει. Αμέσως μετά και με τις εκφράσεις του προσώπου τους να έχουν σοβαρέψει ο Noel της δίνει ένα απαλό φιλί.
-Να προσέχεις, του απαντά η Εριφύλλη.
Πλάγιος Λόγος: Μία βραδιά στο μαγικό δάσος, δίπλα σε ένα κομμένο δέντρο και με ένα βαθύ μπλε φως να γεμίζει το χώρο, ο Noel και η Εριφύλλη έχουν καθίσει δίπλα στον κορμό και συζητούν. Του λέει πως αισθάνεται ότι αναζητάει πάντοτε τη στιγμή, προβληματισμένη για το αν δεν υπάρχουν απαντήσεις σε όλα. Ο Noel γυρίζει το κεφάλι του στην Εριφύλλη και αμέσως μετά ανακάθεται. Σκεφτικός αλλά και ενθουσιώδης μιας και πάντοτε του άρεσαν οι συζητήσεις μαζί της, απλώνει το χέρι του πίσω από την πλάτη της. Η Εριφύλλη του λέει πως εκείνοι θέλησαν να κάνουν το ταξίδι αυτό και τον συμβουλεύει ποτέ να μην ξεκινάει κάτι αν δεν σκοπεύει να το τελειώσει, λέγοντάς του ότι στην πορεία ανακαλύπτουν άλλες ισορροπίες έως ότου φθάσουν στο τέλος. Αφού ο Noel τη ρωτήσει με δέος αν πραγματικά το πιστεύει αυτό, της λέει ότι του θυμίζει τα λόγια του Robert Frost. Δυο δρόμοι χωρίζονταν στο δάσος κι αυτός, αυτός διάλεξε τον πιο απάτητο. Η Εριφύλλη με ένα απαλό χαμόγελο πλησιάζει αμέσως τον Noel για να τον αγκαλιάσει. Αμέσως μετά και με τις εκφράσεις του προσώπου τους να έχουν σοβαρέψει ο Noel της δίνει ένα απαλό φιλί. Η Εριφύλλη του λέει να προσέχει.

Τρίτη 22 Δεκεμβρίου 2015

Μία μικρή ιστορία Δ, Από το εργαστήρι βιβλίου IANOS

Στιγμιότυπο: «O Noel έκθαμβος στέκεται μπροστά από το γραφείο του John στο μαγαζί ξεφυλλίζοντας με έκπληξη το σημειωματάριο του πατέρα του. Ο John με μία εμφανή θλίψη στο πρόσωπο, σιωπηλός, σκεπτικός και ταυτόχρονα μελαγχολικός, τον κοιτάζει.»
 Πρόκειται για το σημειωματάριό του από μία λαμπρή πορεία 5 ετών στον Ευρωπαϊκό Οργανισμό Διπλωμάτων Ευρεσιτεχνίας μετά την ολοκλήρωση των σπουδών του ως Φυσικός. Με μία άτυπη φιλική υπόσχεση πως κάποτε θα μπορούσε να επιστρέψει εκεί αν το επιθυμούσε, συνέχισε τη ζωή του στην οποία ποτέ δεν έπαψε να αναζητάει το φως. Δημιουργικός, πρόθυμος να διευρύνει τους ορίζοντές του αλλά και καινοτόμος, έγινε ωρολογοποιός αφού ταυτόχρονα απέκτησε πολλαπλά εκφραστικά αλλά και πνευματικά ενδιαφέροντα. Ο Noel ξεφυλλίζει το παχύ δερμάτινο ημερολόγιο το οποίο περιλαμβάνει σχήματα και πολλές άλλες οδηγίες στέκοντας έκπληκτος για κάμποση ώρα στη σελίδα με το επιχείρημα του ωρολογοποιού. Εσωτερικός μηχανισμός. Λειτουργεί ως ρητορική συσκευή η οποία αποτελεί ένα απλό μηχανικό ανάλογο για τον παραλληλισμό της ευφυούς δημιουργίας και την ύπαρξη δημιουργού στο Σύμπαν. Από κάτω από το σχήμα με το μηχανισμό ενός ρολογιού διαβάζει: τελεολογικό επιχείρημα. Τι να σήμαιναν άραγε όλα τούτα? Καθώς ο Noel με έκπληξη συνεχίζει να ξεφυλλίζει το ημερολόγιο, ο John αφήνεται με τη φαντασία του σιωπηλός κάνοντας σκέψεις για όλα όσα τον στοίχειωσαν εκείνη την εποχή της δόξας του και ταυτόχρονα μίας εποχής σκιών.
Πρόκειται για την ανάγκη του ανθρώπου να παρουσιάζει κάτι ως λύση, ενώ αυτό στην πραγματικότητα δεν συμβαίνει. Πρόκειται για το εγώ του ανθρώπου, άλλοτε ως κάτι δεδομένο και άλλοτε ως κάτι κατασκευασμένο, φτιαχτό με άλλα λόγια. Ένα εγώ που προκύπτει με ατομικούς ή με κοινωνικούς όρους? Αναρωτιέται. Με όλες αυτές τις σκέψεις του αλλά και με τον Noel δίπλα του να προσπαθεί να συλλαβίσει κάποιες λέξεις, σκέφτεται: Καθώς μεγαλώνουμε, από ένα σημείο κι έπειτα δεν έχουμε χρόνο να διαπιστώνουμε. Προσπαθεί να ανακαλύψει ένα τρόπο να ξαναζήσει τις ιδέες του, πιστεύοντας πως το ταξίδι στην Ανδρομέδα θα του δώσει περισσότερη δύναμη και θα τον κάνει πιο έτοιμο και πιο ώριμο να αντιμετωπίσει ξανά το παλιό του όνειρο. Σήμερα όμως, θέλει να φθάσει μαζί με τον Noel στην απέναντι όχθη. Σε μία απέναντι όμως όχθη, που ακόμα κι αν καταφέρεις να επιζήσεις και να κολυμπήσεις ως απέναντι δεν θα είσαι πια ο ίδιος. Θα είσαι ένας άλλος. Θα έχεις χάσει το ένδυμα της ψυχής που διάλεξες. Προχωράς από κει και πέρα στη ζωή, με μια στολή που δεν σου πάει. Σε προφυλάσσει μεν, αλλά δεν σου πάει.
(Συνεχίζεται)

Τρίτη 15 Δεκεμβρίου 2015

Μία μικρή ιστορία Γ, Από το εργαστήρι βιβλίου IANOS

Noel: Έφηβος μαθητής Λυκείου, 16 ετών, φιλόδοξος, απαιτητικός και καλοπροαίρετος.
Συχνά ταξιδεύει στο χρόνο με τη φαντασία του, αντιμετωπίζοντας τις αντιφάσεις, τις ασυνέχειες αλλά και τις ανθρώπινες αδυναμίες.
John Smith: Ο πατέρας του Noel, εμπνευσμένος από τη φιλοσοφική λίθο των Αλχημιστών έρχεται συχνά αντιμέτωπος με συγκυρίες και διφορούμενα. Ξεκλειδώνει τα μυστικά μίας φανταστικής πύλης, ενός κόσμου συνδέσεων στον οποίο η τύχη του ενός δεν συνδέεται άρρηκτα, αλλά επηρεάζει την τύχη του άλλου. Έτσι μαζί με τους υπόλοιπους ήρωες ανακαλύπτεται το νόημα της αλληλεγγύης, της βοήθειας μέσα από αξίες και ιδανικά που φιλοτεχνούν απροσδόκητες και συχνά ευχάριστες εξελίξεις.
Εριφύλλη: Ελληνίδα που ανήκει στην Ελληνική Αγγλική ομογένεια. Γνωρίζοντας και αυτή όπως και ο Noel τη σημασία της τέχνης στην κάθαρση της ανθρώπινης συνείδησης, περνούν χρόνο μαζί στον οποίο γνωρίζουν ο ένας τον άλλο και δένονται στενότερα. Μέσω της προφορικής διήγησης φανταστικών ιστοριών μαζί με τον Noel, ανακαλύπτουν τη ματαιότητα του απόλυτου παρόντος. Θα ακολουθήσει το Noel στην Ανδρομέδα και σύντομα θα συνδεθεί ερωτικά μαζί του.
Ξωτικά, Νεράιδες, Νάνοι: Τα μαγικά πλάσματα του φανταστικού κόσμου, ως μάρτυρες των αντιφάσεων πατέρα και γιου ανάμεσα στην αρετή και στην αυτοεκπλήρωση θα αποκαλύψουν σύντομα τις προθέσεις τους οδηγώντας τους χαρακτήρες σε μία ηρωική περιπέτεια. Πιστεύοντας ακράδαντα πως τα πάντα στον πραγματικό αλλά και στον μαγικό τους κόσμο είναι μέρος Θεϊκού Σχεδίου, θα ακολουθήσουν τους ήρωες σε ένα κοσμικό γλέντι στο οποίο γνωρίζουν για πρώτη φορά μορφές από το μαγικό βασίλειο.
Μινέρβα: Εμπνευσμένη από τη Ρωμαϊκή Θεά της σοφίας και του πολέμου, πρόκειται για μία ηγετική μορφή της Ανδρομέδας. Μία νεράιδα η οποία διαθέτει καλοσύνη, ευγένεια, αγάπη για την παραμυθία αλλά και ένα σθεναρό και αποφασιστικό χαρακτήρα τον οποίο χρησιμοποιεί για να χαλκεύει τα άτομα γύρω της.
Φίλοι: Ο Eric και ο Robert, δύο φίλοι του Noel από το σχολείο είναι τα δύο άτομα στα οποία ο Noel μιλάει πρώτα, καθώς είναι αναστατωμένος από την ανακάλυψη του σεντουκιού. Πρόκειται για δύο νεαρά παιδιά που θα ακολουθήσουν το Noel, το John και την Εριφύλλη στο φανταστικό κόσμο και που σταδιακά μαθαίνουν πολλά για τα στοιχεία του λαϊκού πολιτισμού της Ανδρομέδας. Βαθμιαία στην παρέα ενσωματώνονται και άλλα άτομα με στόχο την εκπλήρωση σκοπών αλλά και μίας προφητείας για την οποία γίνεται λόγος στα πρώτα βήματα των παιδιών στην Ανδρομέδα. Στο μαγικό κόσμο συναντούν πολεμιστές, ελεύθερες φυλές αλλά και τυχοδιώκτες που γράφουν τα μάγια για την αποκατάσταση του βασιλείου.  

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015

Μία μικρή ιστορία Β, Από το Eργαστήρι Bιβλίου IANOS

Ένα απόγευμα Σαββάτου κατά το οποίο ο John εξυπηρετεί 2 πελάτες στο μαγαζί, ο γιος του Noel κάθεται σκεπτικός στη διπλανή πολυθρόνα παίζοντας με ένα ρολόι εκκρεμές. Μόλις η κίνηση καταλαγιάσει ο John αναποδογυρίζει την καρέκλα του γραφείου, παίρνοντάς την για να καθίσει δίπλα του.
-Θα ’θελα να σε βλέπω πιο χαρούμενο, του λέει ο πατέρας του. Γι αυτό θα σου δώσω κάποιες συμβουλές.
-Ακούω, απαντάει ο Noel μελαγχολικός.
-Έχω υπάρξει κι εγώ στην ηλικία σου και μπορώ να καταλάβω αυτό το βλέμμα. Όταν ήμαστε παιδιά, κάθε στιγμή υπήρχε. Δεν χρειαζόταν να σκεφτούμε, να επεξεργαστούμε ή να προβλέψουμε. Όταν ήμαστε παιδιά, δεν είχαμε την αίσθηση του τέλους.
-Εννοείς ότι σκέφτομαι ανάποδα? Απαντάει γεμάτος απορία ο νεαρός.
-Η επιθυμία ενός παιδιού είναι η επιθυμία του αέρα και οι συλλογισμοί της νιότης πολύ μελαγχολικοί. Θυμήσου τα λόγια μου και ξαναμιλάμε.
Ο μικρός Noel συχνά παρέα με γρανάζια και άλλες μηχανές διαθέτει πνεύμα εξερευνητή, είναι αυθόρμητος, του αρέσει η περιπέτεια αλλά και η προφορική διήγηση παραμυθιών ειδικά τις φορές που φωνάζει τη φίλη του στο μαγαζί. Ο πατέρας του έχοντας υπάρξει εφευρέτης, στοιχειωμένος από τα οράματά του, μοναχικός και συχνά υποχόνδριος, θέλει να κάνει το Noel να φθάσει στην απέναντι όχθη, σε όλα όσα ο ίδιος είχε το θλιβερό προνόμιο να προηγηθεί αλλά και να καταχωνιάσει στη λήθη, να αποκτήσει μία δεύτερη ευκαιρία. Πρόκειται για δύο χαρακτήρες που ονειροπολούν, φανατικά λάτρεις της φαντασίας και που έστω και υποσυνείδητα πασχίζουν να βρουν λίγη από αυτή την αστερόσκονη που όλοι χρειαζόμαστε στις ζωές μας. Που στόχο έχουν να ξυπνήσουν την παιδικότητα στις καρδιές αλλά και τις ψυχές των ανθρώπων και που κινούνται ανάμεσα στα όρια της πραγματικότητας αλλά και της ουτοπίας. Πως υπερβαίνεις κάτι που δεν υπάρχει? Όταν ο Noel ανακαλύψει το σεντούκι μαζί με τη φίλη του Εριφύλλη, θα ξεκινήσουν μαζί ένα μεγάλο ταξίδι στο φανταστικό Σύμπαν της Ανδρομέδας του οποίου τα μαγικά πλάσματα ως τρυφεροί μάρτυρες του κόσμου μας αλλά και των μύθων των άστρων θέλουν να οδηγήσουν την οικογένεια στην κάθαρση. Μέσα από τον John Smith αλλά και τα ξωτικά και τις νεράιδες στόχος είναι να τεθούν αλλά και να καταστούν προσιτά τελεολογικά ερωτήματα.
(Συνεχίζεται)

Τρίτη 1 Δεκεμβρίου 2015

Μία μικρή ιστορία Α, Από το Εργαστήρι Βιβλίου IANOS

Πρόκειται για μία ιστορία στοιχεία της οποίας εμπνεύστηκα από τον Ταξιδιώτη της Αυγής της Νάρνια, ένα παραμύθι κατάλληλα προσαρμοσμένο τόσο για τις ανάγκες της παιδικής λογοτεχνίας όσο και για ενήλικες. Αναφέρομαι σε ένα παραμύθι του οποίου η μυθοπλασία πραγματοποιείται αλληγορικά, με χρήση μεταφορών αλλά και συμβολικών τρόπων κάνοντας λόγο για τη φιλία, την αλληλεγγύη, τη σημασία του καλού αγώνα, την τιμιότητα αλλά και τους πειρασμούς που συναντάει κανείς στο δρόμο του, μα πάνω απ’ όλα κάνει λόγο για τη γενναιότητα με την οποία μία ομάδα ηρώων κερδίζει πολύτιμες εμπειρίες και μαθήματα ζωής μέσα από τις περιπέτειες, τους κινδύνους, τους στόχους αλλά και τον προορισμό ενός μεγάλου ταξιδιού. Μία παρέα που γνωρίζοντας για λίγο το ρόλο της μέσα σε ένα φανταστικό κόσμο, αποκτάει νόημα στον πραγματικό. Ο John Smith είναι ωρολογοποιός. Διατηρεί ένα καλό μαγαζί σε κάποια συνοικία του Λονδίνου, μέσα στο οποίο ο γιος του Noel περνάει τον ελεύθερο χρόνο του μετά το σχολείο, μαθαίνοντας να επισκευάζει ρολόγια. Στο εργαστήρι του ο John έχει ένα σεντούκι με σκόνη, το οποίο κρύβει, άλλες φορές επεξεργάζεται με κάποιες διεργασίες και για το οποίο δεν έχει πει τίποτε σε κανέναν.
Μία μέρα ο Noel, αφού κρυφτεί στην πίσω πλευρά του μαγαζιού χωρίς να τον δει ο πατέρας του, μένει μέσα στο μαγαζί αφού αυτό κλείσει. Ανακαλύπτει μυστηριωδώς το σεντούκι μέσα στο οποίο υπάρχει ένας φάκελος με γράμμα, ένα ρολόι τσέπης, ένα ασημένιο μενταγιόν και διάφορα άλλα αντικείμενα. Ο Noel ανοίγοντας με αγωνία το φάκελο, αρχίζει και διαβάζει γεμάτος δέος οδηγίες, κανόνες, συνταγές υλικών, σχήματα αλλά και αλχημιστικά σύμβολα με στόχο το άνοιγμα κάποιας πύλης σε ένα φανταστικό Σύμπαν. Μέσα από το σεντούκι και τη σκόνη ο νεαρός Νόελ θα ξεκλειδώσει το φανταστικό, θα αποκτήσει φίλους με τους οποίους θα ζήσει περιπέτειες και αν και δεν γνωρίζει αρχικά λεπτομέρειες για το σκοπό και τους στόχους του ταξιδιού, θα συναντήσει ξωτικά και νεράιδες οι οποίοι θα δώσουν νόημα στο ταξίδι του. Πρόκειται για μία μικρή ιστορία της οποίας η μυθοπλασία, οι αλληγορίες αλλά και τα φανταστικά στοιχεία αγγίζουν τα ενδιαφέροντά μου και μέσα στην οποία ο μικρός Νόελ επιλύει γρίφους, εκμεταλλεύεται τα αντικείμενα του σεντουκιού, χαλκεύει το χαρακτήρα του και προσπαθεί να ανακαλύψει το μήνυμα που θεωρεί πως ο πατέρας του έχει στείλει σ’ αυτόν, από συζητήσεις στο μαγαζί.
(Συνεχίζεται)

Κυριακή 12 Απριλίου 2015

Οι πτυχές της συγγραφικής σκέψης και έκφρασης

Χριστός Ανέστη αγαπητοί μου φίλοι! Εύχομαι το μήνυμα της φετινής Ανάστασης να μας βρει όλους πιο αγαπημένους, πιο χαρούμενους, πιο φιλικούς, αναζητώντας πάντοτε την ειρήνη αλλά και το δίκαιο και μέσα από την εργατικότητά του ο καθένας, την κατάκτηση προσωπικών αλλά και ομαδικών στόχων! Διαβάζοντας το βιβλίο της αξιόλογης συγγραφέως Πασχαλίας Τραυλού (Οι εραστές της γραφής) θα εκμεταλλευτώ αποσπάσματα του βιβλίου για να συζητήσουμε σήμερα το πώς ο διαχωρισμός του συγγραφέα από τον λογοτέχνη μπορεί να κάνει ένα δημιουργό προσφιλή, ανοικτό και οικείο στη διαφορετικότητα που πιθανώς θα ανακαλύψει μέσα από τα γραπτά του. Ανάλογα με τις εμπειρίες του ο συγγραφέας μπορεί και εξερευνά το υποσυνείδητό του και τον εσωτερικό του ψυχικό κόσμο, δίνοντας νόημα αλλά και όγκο στα ερωτηματικά του αλλά και τις σκέψεις του. Η λογοτεχνία στην πραγματικότητα είναι έννοια στενότερη της γραμματείας, αφορά την λογοτεχνικότητα σε αντίθεση με τη δεύτερη που έχει να κάνει με το σύνολο των γραπτών κειμένων μίας κοινότητας. Πηγάζουν τόσο η λογοτεχνία όσο και η δημιουργική συγγραφή από το υποσυνείδητο και μόνο από εκεί μπορεί ένας λογοτέχνης ή/και συγγραφέας να αναζητήσει την αυθεντική του φωνή και τη συνειδητή έκφραση που αποτελεί μία πολύ μικρή ποσόστωση της ανθρώπινης σκέψης, εφευρετικότητας, έκφρασης. Έμαθα πως περνώντας το κατώφλι του υποσυνείδητου αποκτάμε δικαίωμα αλλά και πρόσβαση σε μία έμπνευση και εκφραστικότητα που οφείλουν να ρέουν άφθονα μέσα από τα γραπτά του συγγραφέα δημιουργού. Ας πάμε όμως και στο δια ταύτα της σημερινής συζήτησης. Η συγγραφέας Πασχαλία Τραυλού μιλάει στο βιβλίο της για τα θέματα που άπτονται της ψυχοδυναμικής του συγγραφέα, δηλαδή τολμάει να μιλάει για ψυχοδυναμική τη στιγμή που ο συγγραφέας αντιμετωπίζοντας τις λέξεις του αλλά και τις ιδέες του στο χαρτί, αντιμετωπίζει και το τεράστιο κατά τη συγγραφέα ζήτημα του κατά πόσο επιστρέφει σε αυτά για να τα ελέγξει. Πολύ συχνά όπως λέει και η ίδια τα γραπτά πρέπει να μείνουν και η σκέψη να ωριμάσει προτού ο συγγραφέας τα ξανααντιμετωπίσει. 
Ανάλογα με:
  • το ταλέντο του, 
  • την αυτοπεποίθηση του 
  • τις τάσεις αμφισβήτησης, 
  • το βαθμό στον οποίο γίνεται αισθητή η εκφραστική του δεινότητα 
  • τη σημασία που δίνει στη λογοτεχνική ή/και εκφραστική αρτιότητα 
  • τραυματικές εμπειρίες και βιώματα 
  • την ίδια τη νοητική του ταχύτητα και τη σχέση της με την έκφραση και το γλωσσικό κώδικα του γραπτού
καθορίζεται σημαντικά ο βαθμός στον οποίο ο συγγραφέας λογοκρίνει και ξαναεπεξεργάζεται τα γραπτά του, εκλογικεύοντας σημεία που πιθανώς δεν διευκολύνουν την επικοινωνία. Ειδικότερα η ανάγκη εκφραστικής αρτιότητας καθιστά απαραίτητη κάθε είδους μετεξέλιξη παλαιότερων γραπτών κειμένων. Όπως επίσης η εστίαση άλλοτε στις λέξεις και άλλοτε στις ιδέες για ένα συγγραφέα που εκφράζεται μερικές φορές μέσα από χείμαρρους ιδεών, είναι που χωρίζουν τους συγγραφείς σε 2 κατηγορίες. Σε αυτούς που εκφράζονται κατά βάθος αυθόρμητα και μέσα από ιδέες μεροληπτώντας λιγότερο στην αρχή για τη λογοτεχνική και εκφραστική αρτιότητα και σε αυτούς που όντως έχουν τη δύναμη ανάμεσα σε ποικίλους γλωσσικούς κώδικες να συνδυάζουν ταχύτητα και αρτιότητα ταυτόχρονα. Εκμεταλλεύομαι ένα απόσπασμα από το βιβλίο. «Η λογοτεχνία και γενικότερα η τέχνη, καθώς είναι απόρροια ενδόμυχων αναγκών που πηγάζουν από το υποσυνείδητο και όχι από τη συνείδηση του συγγραφέα-λογοτέχνη, αφυπνίζει δυνάμεις που ο δημιουργός δεν συνειδητοποιεί εξαρχής ότι διαθέτει…!» Αυτό είναι και το σημείο κλειδί της σημερινής συζήτησης! Είναι παραδεκτό πως όσο κι αν επιμείνουμε στην πολλαπλή επεξεργασία και το ραφινάρισμα των γραπτών, μαίνονται κάποιες νοητικές, ψυχικές αλλά και συναισθηματικές ανακαλύψεις που δεν ακολουθούν τη λογική. Κανένας δεν μπορεί να βγει από το σκοτάδι και να αντικρύσει το φως χωρίς το ανάλογο τίμημα. Συχνά για έναν συγγραφέα που καλείται να αντιμετωπίσει τη σκοτεινή του πλευρά, λέγεται από τη συγγραφέα πως η πίστη σε ένα αέναο ψήσιμο στη φωτιά μπορεί να αποδειχθεί λανθασμένη. Δεν πρέπει να προβληματίζει το δημιουργό η ιδιότροπη στα πρώτα στάδια γραφή του αρκεί αυτός να παραμένει εργατικός και φιλότιμος. Άλλωστε ειδικά στη δημιουργική συγγραφή κανένας δεν μπορεί να μάθει, πόσο μάλλον να εξασκηθεί εκ του μη όντος, χωρίς πρωτογενές υλικό με άλλα λόγια. Προσωπικά πιστεύω πως το να αφυπνίσουν οι δημιουργοί δυνάμεις που δεν γνωρίζουν εξαρχής ότι διαθέτουν, ανάγει τη δημιουργική έκφραση και το υποσυνείδητο στην εκλογικευμένη θέαση και συχνά κατανόηση του κόσμου που μας περιβάλλει, σε μία σωστή σχέση εσωτερικού-εξωτερικού κόσμου. Έτσι αν η λογοτεχνία και η συγγραφή γίνουν αφορμή για την πολυπόθητη υπέρβαση της αντικειμενικής υπόστασης ενός έργου προς την πραγματικότητα του πολιτισμού, αυτό είναι ένα ζήτημα που εξαρτάται από τον ίδιο το δημιουργό. Σίγουρα όμως η σύνθεση ποικίλων συναισθηματικών, ψυχικών, νοητικών, αισθητικών αλλά και συνειδησιακών παραγόντων είναι μία πραγματικότητα που αφορά τόσο τη δημιουργική διαδικασία όσο και κάθε σκεπτόμενο άνθρωπο. Το ζητούμενο σε κάθε περίπτωση είναι η αξιοποίηση των ιδανικών και των αρχών του ατόμου προς ένα καλύτερο αύριο. Καλή εβδομάδα εύχομαι σε όλους!

Παρασκευή 28 Μαρτίου 2014

The Writer's Most Dangerous Desire

by Jacob Krueger, http://www.writeyourscreenplay.com/ 

It may be hard to tell from some of the stuff you see coming out of Hollywood, but believe it or not, no one sets out to be a mediocre writer.
No writer dreams of writing that crappy screenplay with the unintelligible plot. No writer fantasizes about creating paper thin characters, canned dialogue, or predictable plot points.
As writers, we share a common desire: we want to write great scripts, fascinating characters, brilliant dialogue, and breathtaking stories that catch people and won’t let them go. We want to say something that matters to us, have our voices heard, and create the kind of movies we grew up loving.
All writers want to be great writers.
Unfortunately, for many writers this need to create something great is actually the biggest obstacle to their writing.
That’s because, as much as we’d all like to, no can can control the quality of their writing.
Occasionally, magic does happen. You wake up one day inspired. You know the story you want to tell, and somehow it just pours out of you, almost like someone else was creating the story and all you have to do is type out the words.
But more often, that magic is elusive. You wake up inspired with a brilliant premise, but feel like you don’t know how to execute it. Or you discover a character that intrigues you, but haven’t the slightest clue what his or her story will be, or how you’re going to find it.
When the words you’re actually writing don’t seem to match the dream of greatness you’re holding in your mind, it’s hard to see yourself as a writer.
You start to feel stuck, lost, or just plain blocked. You may even start to wonder if you really have what it takes to be a writer…
Nonsense.
The desire for greatness is the most dangerous desire for writers.
When you hold it too closely, you not only take all the joy out of writing, but also make it increasingly unlikely that you will ever achieve the greatness you’re seeking.
It’s not that writers shouldn’t strive for great writing. It’s that writing is a process, and to actually create something great, you must first give yourself the freedom to play.
Picasso said that he spent four years trying to paint like Raphael, and the rest of his life trying to paint like a child.
The same is true for writers. Creating something great often means letting go of your goals for your writing (and the judgment that goes with it), and simply allowing yourself to play like a child.

Πέμπτη 30 Ιανουαρίου 2014

Το τούνελ, Εσωθέατρο

 
 
 
 
 
 

Το Σημείωμα του Σκηνοθέτη

Η διαδικασία της πλήρους κατανόησης του κειμένου στις αναγνώσεις και στις πρόβες με τους ηθοποιούς, ήταν το κυρίαρχο ζητούμενο. Σε δεύτερο στάδιο καθορίστηκαν τα στοιχεία που συνθέτουν την προσωπικότητα των χαρακτήρων του έργου: η ατομικότητα τους, οι σχέσεις τους και η αλληλεπίδραση που έχουν στην «εξέλιξή» τους. Με οδηγό αυτά τα δεδομένα, οργανώθηκε η υποκριτική ερμηνευτική γραμμή των ηθοποιών, με τρόπο ώστε να είναι συνεπής με το ψυχολογικό προφίλ των ηρώων–χαρακτήρων που υποδύονται.

Στο «ΤΟΥΝΕΛ» -που θα το χαρακτήριζα ως ένα «μεταφυσικό δράμα», εάν θέλαμε να το εντάξουμε σε κάποια κατηγορία θεατρικού έργου, ίσως και λόγω της ιδιαιτερότητάς του ως προς το περιεχόμενο, τη δράση, την πλοκή και κυρίως ως προς τον, σε μεγάλο βαθμό, ποιητικό και φιλοσοφικό λόγο του, που συνυπάρχει «σοφά» με τον ρεαλισμό και τον νατουραλισμό της καθημερινότητας-  ο προβληματισμός ως προς τη φόρμα υπήρξε έντονος. Η σκηνοθετική πρόταση έπρεπε με «ακροβασίες» να υπηρετήσει και να συν-προβάλλει, συν-μεταφέρει, συν-μεταδώσει τα αντίθετα άκρα. Η σκηνοθεσία λοιπόν, βασίζεται σε οργανωμένη γραμμική διήγηση εμπλουτισμένη με «μοντέρνα» στοιχεία, τόσο στον τρόπο εκφοράς του λόγου, όσο και στην κίνηση, γεγονός που πιστεύω ότι καθιστά την παράσταση εύληπτη, κατανοητή και δραματικά αποδεκτή για τον θεατή. Με αυτές τις σκέψεις και με την σταθερή άποψη, ότι η σκηνοθεσία δεν πρέπει να ξεχωρίζει, να προβάλλεται, να διεκδικεί πρωτιά σε βάρος του έργου και των συντελεστών του αλλά να εναρμονίζεται και να συνυπάρχει με αυτά και τον τελικό της στόχο: το αξιοπρεπές αποτέλεσμα, συμμετείχα δημιουργικά.

Βέβαια, για την επιτυχία του στόχου απαραίτητο είναι το καλό υλικό και οι ικανοί συνεργάτες. Το ΕΣΩΘΕΑΤΡΟ αναντίλεκτα, τα παρέχει απλόχερα.

Τους ευχαριστώ όλους γι’ αυτό το υπέροχο πέρασμα – ταξίδι, ευχαριστώ κι εσάς για την παρουσία σας.

Μάριος Ρετσίλας

Υ.Γ Το ΕΣΩΘΕΑΤΡΟ συνεπές στις πνευματικές αναζητήσεις του, που τις εκφράζει και μέσα από το θεατρικό του ρεπερτόριο, επιχειρεί με το «ΤΟΥΝΕΛ» να εισδύσει βαθύτερα σε φιλοσοφικές και μεταφυσικές σκέψεις, και να προβάλει ιδέες, αξίες και ηθικές αρχές, προσπαθώντας να καταστήσει κοινωνούς και συμμέτοχους σε αυτές –χωρίς δογματισμό και ακρότητες– όλους τους σκεπτόμενους φίλους του θεατές.

Τελικά, μέσα από την θεατρική πράξη, όλοι οι συντελεστές και συνεργάτες του ΕΣΩΘΕΑΤΡΟΥ φιλοδοξούν, με σεμνότητα, συνέπεια και ευθύνη να ΠΟΙΗΣΟΥΝ ΗΘΟΣ προσφέροντας έτσι, αυτό που διατύπωσε ο Αριστοτέλης: ΨΥΧΑΓΩΓΙΑ = ΑΓΩΓΗ ΤΗΣ ΨΥΧΗΣ.

Η παράσταση

Το ΕσωΘέατρο θα παρουσιάσει φέτος στη δεύτερη σκηνή του, το έργο του Λεωνίδα Τσίπη «Το Τούνελ».
Ένα ζευγάρι παράνομων εραστών αναζητώντας μια καινούρια ζωή, επιβιβάζεται σε ένα παράξενο τρένο. Τι κρύβει η αινιγματική συμπεριφορά του προσωπικού του; Γιατί δεν υπάρχουν άλλοι ταξιδιώτες; Ποιος και γιατί δεν τους αφήνει να κατέβουν πριν αυτό φτάσει στο τέρμα του; Τα ερωτήματα στοιχειώνουν επιβαίνοντες και θεατές, καθώς το φυσικό συναντά το μεταφυσικό και το πραγματικό το εικονικό, στο μεταίχμιο της ζωής και του θανάτου, στο ΤΟΥΝΕΛ.
Με υλικό αντλημένο από τις αρχαίες παραδόσεις και φόντο μυθικά τοπωνύμια του κάτω Κόσμου, συντίθεται αυτό το νεοελληνικό μεταφυσικό δράμα -με έντονα τα στοιχεία θρίλερ-, για τις άλλοτε ομαλές και άλλοτε οδυνηρές μεταβάσεις από τη μία στην… άλλη ζωή.

    Την παράσταση υπογράφει σκηνοθετικά ο Μάριος Ρετσίλας,
    το σκηνικό και τα κοστούμια επιμελείται ο Κοσμάς Πανωρίδης,
    τους φωτισμούς ο Τάκης Ποδαρόπουλος,
    τη διδασκαλία κίνησης η Άννα Ζεβελάκη,
    τη μουσική η Ναταλία Τζήμα
        ενώ χρέη βοηθού σκηνοθέτη εκτελεί η Χρύσα Διαμαντάκη.

Παίζουν οι: Τάσος Προύσαλης, Μανόλης Δραγάτσης, Μέλανι Μαρχάινε, Γιώργος Καπετανάκος.

Η υπόθεση του έργου

Στο τρένο εκτός από το ζευγάρι, επιβαίνει και ο Σταθμάρχης. Παράξενο, αλλά μέχρι τότε συνήθιζε να διώχνει τα τρένα κι όχι να πηγαίνει μαζί τους. Αυτή είναι η  πρώτη φορά που ταξιδεύει… Ποιον τους θυμίζει ο Σταθμάρχης, αναρωτιούνται Εκείνος κι Εκείνη; Γιατί η συμπεριφορά του μοιάζει αινιγματική; Γιατί δεν υπάρχουν άλλοι ταξιδιώτες; Και γιατί σ’ αυτή τη διαδρομή δεν υπάρχουν ενδιάμεσες στάσεις;

Γιατί «ο προορισμός αυτού του τρένου είναι να φτάσει στο τέρμα». Και μάλιστα, ακολουθώντας μια αλλόκοτη πορεία που περιλαμβάνει τον Αχέροντα, την Αχερουσία και άλλα τοπωνύμια του… Κάτω Κόσμου. Τα ερωτήματα στοιχειώνουν το ζευγάρι καθώς το φυσικό συναντά το μεταφυσικό και το πραγματικό το εικονικό, στο μεταίχμιο της ζωής και του θανάτου, στο ΤΟΥΝΕΛ. Το ταξίδι λοιπόν προς το Τούνελ είναι ένα πέρασμα, η μετάβαση από  τη ζωή στο θάνατο και στο επέκεινα. Η αναγνώριση αυτής της αλήθειας είναι σταδιακή, οι αποκαλύψεις και «μυήσεις» για τους ταξιδιώτες και τους θεατές διαδοχικές και κορυφούμενες.

Η στιγμή της πρώτης αποκάλυψης φτάνει: ο Σταθμάρχης είναι ο άνθρωπος που χτύπησαν με το αυτοκίνητο, ο ετοιμοθάνατος που παράτησαν. Θα έπαιρναν όρκο πως πέθανε. Μα πως είναι δυνατόν να αντικρίζουν εμπρός τους έναν νεκρό; Η επόμενη συνειδητοποίηση είναι πιο οδυνηρή: αντικρίζουν έναν νεκρό γιατί είναι κι αυτοί νεκροί. Το ατύχημα ήταν μοιραίο για όλους. Τώρα όλοι βρίσκονται στην «αντίπερα όχθη» και οδηγούνται από τον τέταρτο χαρακτήρα-καταλύτη του έργου, τον Μηχανοδηγό. Ο γιος του Ερέβους και της Νύχτας, ο Χάροντας–Μηχανοδηγός, πριν απ’ το πέρασμα της Αχερουσίας, οφείλει να μυήσει τους «ταξιδιώτες» και να τους προετοιμάσει για την ομαλή μετάβαση. Μετά το Τούνελ όλοι θα πρέπει να είναι απαλλαγμένοι από τις προσκολλήσεις του πρόσκαιρου υλικού κόσμου. Ο Σταθμάρχης, Εκείνος κι Εκείνη προσλαμβάνουν και αποδέχονται με διαφορετικό τρόπο τη διαδικασία της μύησης από τον Μηχανοδηγό. Ο Σταθμάρχης σαν έτοιμος από καιρό, έχει περάσει απ’ την αρχή στην άλλη πλευρά. Εκείνη, συναισθηματική μεν αλλά με ρεαλιστική ματιά και κριτική σκέψη, αντιλαμβάνεται γρήγορα τη ματαιότητα της ύλης και προσχωρεί χωρίς «προβλήματα». Εκείνος, προσκολλημένος απόλυτα στα υλικά αγαθά, αντιστέκεται μέχρι το τέλος με επιμονή και με βίαιες αντιδράσεις. Όταν όμως καλείται να διαλέξει τον έξω ή τον έσω κόσμο, οι αντιστάσεις του κάμπτονται. Παρά την άγνοια για τον τελικό προορισμό και τον φόβο για το άγνωστο, τελικά η επιλογή ανάμεσα στη μοναξιά του έξω κόσμου και στην έσω πνευματική ανάταση της «άλλης ζωής» θα καταλήξει υπέρ της δεύτερης. Μια επιλογή που οδηγεί στη λύση και τελικά στην κάθαρση.